Το πρώτο χωριό στη γη ...

Δημοσιεύτηκε στις Παρασκευή, 21 Δεκεμβρίου 2018 19:10
Εμφανίσεις: 1539

 

Στον μαγικό κόσμο των παραμυθιών ασφαλώς την πρώτη θέση κατέχει ο Αίσωπος που έζησε στους Γεωμετρικούς χρόνους (7ο αιώνα π.χ.) και έδωσε στον χαρακτήρα τους ρόλο εκπαιδευτικό με την παραβολή και την αλληγορία – «η ευγνωμοσύνη είναι χαρακτηριστικό των ευγενών ψυχών», «η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι προάγγελος της δυστυχίας», η ανέχεια δεν αναγνωρίζει νόμους», «η κακοτυχία δοκιμάζει την ειλικρίνεια των φίλων», «η εκδίκηση θα βλάψει τελικά τον εκδικητή», «μπορεί τα ρούχα να συγκαλύψουν τον ανόητο αλλά τα λόγια του θα τον αποκαλύψουν», «πρόσεξε μην χάνεις την ουσία προσπαθώντας να πιάσεις την σκιά», «τίποτε δεν είναι όπως δείχνει», «μην επιδιώκεις πολλά πράγματα μαζί».

Σημαντικοί όμως στάθηκαν αρκετοί ακόμα παραμυθάδες που χρωμάτισαν με τις μικρές τους ιστορίες τις ψυχές των παιδιών -πολλές δε φορές και των μεγάλων- όπως για παράδειγμα το αριστούργημα του Καρόλου Ντίκενς «Οι περιπέτειες του Όλιβερ Τουίστ». Στην ίδια κλάση με τον Άγγλο Κάρολο Ντίκενς, στάθηκαν θαρρώ ο Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν (Τα κόκκινα παπούτσια, το μικρό έλατο, η μικρή γοργόνα, το ασχημόπαπο, κτλ.), ο Γάλλος Σάρλ Περώ (Η Κοκκινοσκουφίτσα, η Σταχτοπούτα, ο Κοντορεβιθούλης, ο Παπουτσωμένος Γάτος κτλ.), οι αδελφοί Γκρίμ (η Χιονάτη και οι επτά Νάνοι, ο Βασιλιάς Βάτραχος, ο λύκος και τα εφτά κατσικάκια κτλ.), και αν επανέλθουμε στον σύγχρονο ελλαδικό χώρο, συναντάμε λογοτέχνες που έγραψαν και παραμύθια (Ευγένιος Τριβιζάς, Μάνος Κοντολέων, Άλκη Ζέη, Ζώρζ Σαρή, Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Βασίλης Παπαθεοδώρου κ.α.), ή αν πάμε μερικά χρόνια πιο πίσω, έχουμε την «Θεία Λένα» που η γλυκιά φωνή της από το ραδιόφωνο απευθυνόταν στις παιδικές ψυχές, η ακόμα την φρεσκάδα της Αγνής Στρουμπούλη.  

Ο Δημήτρης Σταματόπουλος, δεν είναι λογοτέχνης, είναι όμως συγγραφέας βιβλίων (περισσότερα ίσως από 50) του Φορολογικού Δικαίου, διαθέτει πλούσιο βιογραφικό, και θέλησε όπως φαίνεται να το συμπληρώσει με ένα ακόμα βιβλίο με παραμύθια όμως αυτή την φορά. «Το πρώτο χωριό στη γη», είναι ο τίτλος του βιβλίου που έγραψε κουβεντιάζοντας με τα μικρά εγγόνια του. Βγαίνοντας «έξω από τα νερά του» ο συγγραφέας του παραμυθιού -για ένα παραμύθι πρόκειται-, φεύγοντας από τους Κώδικες και τον Φ.Π.Α. του Φορολογικού Δικαίου, εισχώρησε στον μαγικό κόσμο της παιδικής πραγματικότητας. Τόλμησε μια καινούργια εμπειρία που την γέννησε η ανάγκη της διδαχής. Δάσκαλος και ο ίδιος αλλά σε άλλους τομείς, έχοντας όμως τώρα στα πόδια του τα εγγόνια του, τους πλέον δύσκολους μαθητές, έγινε και ο ίδιος παιδί, και ξεκίνησε το παραμύθι. Δεν είναι εύκολο το παραμύθι.

Σε μακρινούς χρόνους, η γιαγιά, καθισμένη δίπλα στο τζάκι, κι’ εμείς τα παιδιά στα πόδια της ή γύρω από τον σοφρά, ακούγαμε τα παραμύθια της και όλα είχαν πάντοτε ένα ευτυχές τέλος. Παράλληλα με τα παραμύθια, η γιαγιά μας ετοίμαζε τηγανίτες και τρώγαμε, εδώ ο παραμυθάς Δημήτρης Σταματόπουλος πίνει τσιπουράκι και τα παιδιά ολόγυρα από το τζάκι τρώνε πόπ κόρνς που έψησε η γιαγιά τους. Οι γονείς κάθονται παράμερα, απλοί θεατές ή ακόμα παρατηρητές της μυσταγωγίας ανάμεσα στον παραμυθά και στα παιδιά. Η χώρα του παραμυθιού είναι η Αρκαδία -δεν θα μπορούσε φυσικά να ήταν άλλη-, όμως, προεκτείνοντας τον χώρο, η εικόνα γύρω από την φωτιά παππού και εγγονιών, μπορεί να βρίσκεται παντού στον κόσμο, όχι μόνο στην Ελλάδα, στην παγωμένη Σκανδιναβία, στην Αμερική και τον Καναδά, στις στέπες της Μογγολίας, στην Ινδία και την Κίνα, στην μακρινή Αυστραλία και στην δυστυχούσα Αφρική, όπου στον κόσμο υπάρχουν παιδιά και παίζουν ή ξεκουράζονται γύρω από την φωτιά.

Οι άνθρωποι δεν ομονοούν, το ξέρει καλά αυτό ο συγγραφέας, και βρίσκει, μαζί με τα παιδιά εκείνο που στέκεται έξω από τις διαφωνίες, αυτό ίσως να είναι η λογική, εδώ όμως την ονομάζουν Συνεννόηση, είναι αυτή που ενώνει την Κοινότητα και προχωρεί η κοινωνία της, αναπτύσσεται σταδιακά, πραγματοποιούνται έργα κοινής ωφελείας, η ζωή ανθεί. Η Συνεννόηση με την υπομονή της και την καλοσύνη της, προτρέπει τους κατοίκους του «πρώτου χωριού πάνω στην γη» να φτιάξουν δρόμους, μάντρες, γεφυρούλες, δρομάκια για να πηγαίνει ο ένας στο σπίτι του άλλου, να φτιάξουν πλατεία, σχολείο, εκκλησία, σταύλους για τα ζώα, κυρίως όμως να φτιάξουν τον δρόμο για την πηγή και τον χώρο γύρω από αυτήν. Πάρα πολλά είναι αυτά που μπορεί να φτιάξει το «πρώτο χωριό πάνω στην γη», αρκεί να υπάρχει ομόνοια και αγάπη. Η Συνεννόηση απαιτεί τρείς ημέρες κάθε μήνα εθελοντική εργασία για το καλό της Κοινότητας, του χωριού, εάν γίνεται αυτό, η προσφορά δεν αφορά μόνο την Κοινότητα, στην προέκτασή της αφορά το κράτος. Τα παιδιά όμως θέτουν ερωτήματα και περιμένουν απαντήσεις. Η αγνότητα των παιδικών ψυχών αναζητά την αλήθεια, εδώ φαίνεται καθαρά ο ρόλος του παππού, είναι διδακτικός, εκπαιδευτικός, κουβεντιάζει ισότιμα μαζί τους, ακούει με προσοχή τις απορίες τους και αυτά με την σειρά τους δέχονται ή ακόμα και να απορρίψουν μπορούν αυτά που θα ακούσουν. Αποκτούν τα παιδιά κριτική σκέψη, αυτός είναι πιστεύω ο εκπαιδευτικός ρόλος της Πολιτείας και δυστυχώς έχει αποτύχει. Όμως, ο συγγραφέας γεννήθηκε σε χωριό, ίσως στο πρώτο της γης, τα βιώματά του προέρχονται από την σκληρή μεν ζωή παλαιότερων χρόνων, πλήν όμως ανόθευτη ζωή, σαν πανεπιστημιακός Δάσκαλος, έχει πληρέστερη εικόνα από την λανθάνουσα θέση της Πολιτείας, έχοντας δε γύρω από την φωτιά δύσκολους μαθητές -πάντοτε τα παιδιά είναι δύσκολοι μαθητές για τους δασκάλους τους- χτίζει μαζί τους τον κόσμο, δεν στέκεται μπροστά αυτός και πίσω του αυτοί ακολουθώντας τον, η σχέση τους είναι ισότιμη,

Από το παραμύθι του Δημήτρη Σταματόπουλου, απλό ίσως στην σύλληψη, απουσιάζει εντελώς το συναίσθημα, και αυτό από μόνο του κάνει το παραμύθι δυνατό, στέρεο. Τα συναισθήματα συνήθως εγκλωβίζουν το μυαλό και η σκέψη αποκτά ιδιότητες συγκρουσιακές, εδώ όμως, γύρω από την φωτιά, το τσιπουράκι και τα ψητά πόπ κόρνς, κυριαρχεί η ενότητα. Και αυτή αν μη τι άλλο απαιτεί νοημοσύνη, δηλαδή το συναίσθημα δεν έχει θέσει σε αυτήν και καταρρέει. Η Συνεννόηση απαιτεί νοημοσύνη, και τα παιδιά, πάντοτε αυτά, είναι που βρίσκονται ένα βήμα μπροστά στην ζωή, διότι, μας αρέσει ή όχι, τα παιδιά πάντοτε είναι όχι μόνο το μέλλον, είναι αυτά με την αγνότητά τους που το δημιουργούν.

 

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος