Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος με τα μάτια των Ιταλών στρατηγών (1940-1941)

Δημοσιεύτηκε στις Κυριακή, 27 Οκτωβρίου 2019 21:46
Εμφανίσεις: 1526

Αφιέρωμα στο Έπος του ‘40

Κεφάλαιον Χ

Τα παρασκήνια της ιταλικής ηγεσίας

 

Κατά την πρώτη περίοδο του πολέμου 1940-1941, τα σχέδια πολέμου της Ανωτάτης Πολιτικής και Στρατιωτικής Ηγεσίας απέτυχαν. Η αποτυχία της ιταλικής κατά της Ελλάδας επιθέσεως, εξέπληξε τους ιθύνοντες, την Ανωτάτην Ιταλικήν Στρατιωτικήν Ηγεσίαν και περισσότερον αυτόν τούτον τον Μουσολίνι, όστις είχε λάβει τόσον ενθαρρυντικάς διαβεβαιώσεις παρά του έν Αλβανία αρχηγού των ιταλικών στρατευμάτων στρατηγού Πράσκα, κατά την σύσκεψιν της 15ης Οκτωβρίου 1940.

          Είναι ενδιαφέρουσαι αι σκέψεις και αι αντιδράσεις των προσωπικοτήτων της Ιταλίας, αίτινες επρωτοστάτησαν είς την κατά της Ελλάδας εκστρατείαν. Αύται αναπτύσσονται είς τα παρ’ αυτών εκδοθέντα μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου βιβλία ή είς τα παρ’ αυτών τηρηθέντα ημερολόγια κατά τας ημέρας της διεξαγωγής του πολέμου και δια των οποίων έκαστος έκ τούτων επιδιώκει να δικαιολογήση εαυτόν και να επιρρίψη τας ευθύνας είς τον άλλον.

          Ο στρατηγός Πράσκα, δια να δικαιολογήση την αποτυχία του, αποδίδει ταύτην είς την πλημμελή προπαρασκευήν του πολέμου, είς την έλλειψιν επαρκών μέσων και είς άλλα αίτια και δή είς την ανεπαρκή επέμβασιν της ιταλικής αεροπορίας. Είς το βιβλίον του «Εγώ επετέθην κατά της Ελλάδος» (IohoaggredittolaGrecia) στην σελίδα 57 γράφει:

«Τα τμήματά μας του πεζικού διέθετον μέσα πυρός ουχί κατά πολύ ανώτερα των ελληνικών. Διαθέτομεν είς την Αλβανίαν μία μονάδα λεγομένην Τεθωρακισμένην, εφοδιασμένην δι’ αρμάτων μικροτάτου τύπου, αλλά τα οποία, έν πάση περιπτώσει παρουσίαζον έν όργανον πυρός ισχυρόν έναντι των Ελλήνων οίτινες ουδέν διέθετον.  

          Οι Έλληνες διέθετον μερικάς μονάδας νέου πυροβολικού βεληνεκούς μεγαλυτέρου των ιδικών μας πυροβόλων. Οι Έλληνες και ημείς εχρησιμοποιούμεν πολύ ορειβατικόν πυροβολικόν και τους αυτούς όλμους των 81 χιλιοστών.

          Οι Έλληνες εχρησιμοποίουν τους όλμους των 81 χιλιοστών με τον αυτόν καθ΄ όν και ημείς τρόπον, με μεγάλην αποδοτικότητα οφειλομένην, είτε είς την εξαιρετικήν εκπαίδευσιν την οποίαν είχον υποστή, είτε είς την αρίστην ποιότητα των πυρομαχικών των προς τα οποία τα ιδικά μας δεν ήτο δυνατόν να συγκριθώσι.

          Υπήρχεν η γνώμη ότι η εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας θα έπρεπε να αναβληθή διά μίαν εποχήν πλέον ευνοϊκήν, ίνα δυνηθώμεν να μεταφέρομεν περισσοτέρους άνδρας και μέσα. Πρέπει όμως να γνωρίζη τις ότι ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως είχεν αποφασίσει την έναρξιν της εκστρατείας εναντίον της Ελλάδας τον Οκτώβριον, δια λόγους πολιτικούς τους οποίους δεν ανεκοίνωσεν είς τας Στρατιωτικάς Αρχάς και ουδείς Πρόεδρος Κυβερνήσεως είναι υποχρεωμένος να πράξη τούτο. Έξ άλλου, δεν ήτο βέβαιον ότι  η πάροδος του χρόνου θα ήτο ευνοϊκή δι’ ημάς.

          Κατά την διάρκεια του χρόνου τούτου, οι Έλληνες, ηδύναντο να λάβωσιν μεγάλας ενισχύσεις παρά των Συμμάχων. Είς την περίπτωσιν ταύτην, ημείς, θα έπρεπε να ευρισκόμεθα έν αμύνη.

          Η δράσις των επίγειων δυνάμεων είς το ελληνοαλβανικόν μέτωπον έπρεπε να ενισχυθή κατά τον μέγιστον βαθμόν υπό αεροπορικών δυνάμεων της Αλβανίας και Ιταλίας».

Εις την σελίδα 66 του βιβλίου γράφει:

«Ο πλέον αισιόδοξος όλων ώς προς την έλλειψιν μαχητικότητος των Ελλήνων απεδείχθη ο Ροάτα είς την επιστολήν υπ’ αριθμόν 4100 της 20ης Οκτωβρίου έχουσαν ούτω: “είναι φανερόν, ότι παρουσιαζομένης μιάς εξαιρετικής ευνοϊκής καταστάσεως, η προέλασις έκ της Ηπείρου προς τας Αθήνας και αι επιχειρήσεις του Τομέως Κορυτσάς, θα ηδύναντο να αρχίσωσιν άνευ της αναμονής των προβλεπομένων ενσχύσεων”…

Έν συνεχεία είς τας σελίδας 166 και 167 του βιβλίου του, γράφει τα εξής:

«Έκ του εφαρμοσθέντος σχεδίου είς τον πόλεμον κατά της Ελλάδος. Ως και είς οιονδήποτε άλλο σχέδιον, προεβλέποντο τέσσαρες βασικαί ενέργειαι:

1)    Επιχειρήσεις είς τα ελληνικά σύνορα.

2)    Κατάληψις της Κερκύρας.

3)    Επέμβασις κατά μάζας της Αεροπορίας.

4)    Συγκέντρωσις των ενισχύσεων.

Η πρώτη ενέργεια -εκτελεστική- ήτο της αρμοδιότητος μου, αι άλλαι ήσαν αρμοδιότητος των διαφόρων επιτελείων των Ενόπλων Δυνάμεων και η ευθύνη της ενεργείας του συντονισμού των ανήκεν είς τον αρχηγόν του Γενικού Επιτελείου.

          Την 28ην Οκτωβρίου επετέθην κατά των ελληνικών στρατευμάτων με αρχικάς επιτυχίας και με προέλασιν είς το ελληνικόν έδαφος. Όσον αφορά τας λοιπάς ενεργείας:
α) Η Κέρκυρα δεν κατελήφθη.
β) Η επέμβασις της αεροπορίας απεδείχθη ανεπαρκής.
Η συγκέντρωσις των ενισχύσεων δεν έλαβε χώραν.

Δια την ανεπαρκή επέμβασιν της ιταλικής αεροπορίας κατά τας έν Αλβανία επιχειρήσεις, ο στρατηγός Πράσκα αναφέρει τα κάτωθι είς το βιβλίον αυτού και έν σελίδι 147:

«Άπαντες οι διοικηταί είχον σημειώσει από της ενάρξεως της εκστρατείας την ανεπαρκή επέμβασιν της αεροπορίας τακτικού βομβαρδισμού. Ούτω, η αεροπορία διώξεως σπανίως ενεφανίζετο ούτως ώστε η μικρά ελληνική αεροπορία ηδύνατο να ενεργή βομβαρδίζουσα τα ημέτερα τμήματα είς το πεδίον της μάχης και τα μετόπισθεν»

Και εις την σελίδα 148 γράφει:

          «Είς την συγκέντρωσιν της 15ης Οκτωβρίου είς το Παλάτσο Βενέτσια, ο Μουσολίνι και ο Μπαντόλιο είχον εκφρασθή κατηγορηματικώς επί της αποστολής της αεροπορίας είς τον κατά της Ελλάδος πόλεμον. Η επέμβασις της αεροπορίας ετονίσθη τότε σαφώς. Τα γεγονότα όμως απέδειξαν ότι ουδέν προητοιμάσθη υπό των αρμοδίων υπευθύνων δια τον συντονισμόν και την τακτικήν χρησιμοποίησιν μεταξύ των επιγείων και αεροπορικών δυνάμεων. Και δεν δύναται να υποτεθή ότι το Υπουργείο Αεροπορίας δεν εγνώριζε τας προθέσεις του Μουσολίνι, η αεροπορία είχεν είς την Αλβανίαν ένα σημαίνοντα αντιπρόσωπον της τον στρατηγόν Ράντσα, όστις ήτο έν γνώσει των προπαρασκευών εναντίον της Ελλάδος».

Δια της αναφερθείσης αιτιάσεως του Αρχιστρατήγου των έν Αλβανία ιταλικών δυνάμεων στρατηγού Πράσκα και δια την πλημμελή επέμβασιν της ιταλικής αεροπορίας είς τας έν Ηπείρω επιχειρήσεις, ο Αρχηγός της ιταλικής αεροπορίας στρατηγός Πρίκολο, δικαιολογούμενος, γράφει τα εξής είς το βιβλίον του “Αδράνεια έναντι ηρωισμού” (IgnaciaControEroismo):

          «Κηρυχθέντος του πολέμου υπό της Ιταλίας κατά της Ελλάδος, αι πρώται αεροπορικαί επιχειρήσεις, ενηργήθησαν φυσικά είς στρατηγικάς περιοχάς, ήτοι αεροδρόμια, λιμένας, σιδηροδρομικάς γραμμάς, οδικούς κόμβους και κέντρα.

          Η Θεσσαλονίκη, ο Πειραιεύς, το Τατόϊ, η Κέρκυρα, η Πρέβεζα, τα Ιωάννινα, ήσαν οι πρώτοι προσβληθέντες στόχοι κατά τε την ημέραν και την νύκτα. Έν τούτοις, αι δυσμενείς καιρικαί συνθήκαι και η μη δυνατή διάθεσις ωρισμένων μονάδων, αίτινες δεν ήσαν εισέτι είς θέσιν να αναλάβωσι δράσιν, δεν επέτρεψαν όπως δοθή είς τας αεροπορικάς ταύτας επιθέσεις, ο επιθυμητός χαρακτήρ της συνεχείας και του βάρους, παραγόντων απολύτως αναγκαίων δια την επίτευξιν καλών αποτελεσμάτων. Έξ άλλου, αι πρώται ενέργειαι έπρεπε να είχον χαρακτήρα εξερευνήσεως και δοκιμής.

          Μετά παρέλευσιν ολίγων ημερών ήρχισαν αι απεγνωσμέναι αιτήσεις έκ μέρους των διοικητών δυνάμεων ξηράς, δια την χρησιμοποίησιν της αεροπορίας είς το τακτικόν πεδίον. Ούτως, η δράσις της αεροπορίας είς τας στρατηγικάς περιοχάς διεκόπη, την στιγμήν κατά την οποίαν δεν είχεν ακόμη αρχίσει». …

 

Πηγή των ανωτέρω: Γενικόν Επιτελείον Στρατού, Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού. «Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον. Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος 1940-1941 – η Ιταλική Εισβολή (28 Οκτωβρίου μέχρι 13 Νοεμβρίου 1940). Έκδοσις Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού. Αθήναι 1960. Σελίδες 260-263.

 

 

 

 

 

Opsarion.gr