News Flash

Displays a set number of articles from a category based on date or random selection. Help

  • Μια κριτική ματιά για το βιβλίο του Δ. Σταματόπουλου «Πέρα από το φως»
    εκδόσεις forin.

     

    Τον Δημήτρη το πανελλήνιο τον γνώρισε από τη συγγραφή του φορολογικού κώδικα, μία επιστημονική εργασία-σημαντικό εργαλείο για τους επαγγελματίες του χώρου, το οποίο σήμερα κυκλοφορεί και σε ηλεκτρονική μορφή. Ως παππούς με εγγόνια θα συγγράψει τρία παιδαγωγικά παραμύθια για παιδιά.

    Αφού τελείωσε με όλα αυτά, ήρθε η ώρα του να περάσει από το ζην στο ευ ζην. Έγραψε μία ιστορία με θέμα τον μικρόκοσμο και το μακρόκοσμο, το ανεξερεύνητο και άγνωστό μας σύμπαν, το οποίο μελετάται εδώ και χιλιετίες, γεγονός που δείχνει πόσα λίγα γνωρίζουμε και πόσα προσδοκούμε ακόμα να μάθουμε. Μια αέναη σκυτάλη αναζήτησης, αφού από τότε που ο νοήμων άνθρωπος πορεύτηκε στη γη ατενίζει τον έναστρο ουρανό και αναρωτιέται «Ποιος είμαι, από πού έρχομαι και που πάω;» και θα συνεχίσει να ψάχνει όσο μέσα του παραμένει παιδί. Η βασιλεία του κόσμου τούτου, θα μας πει ο Ηράκλειτος, ανήκει στα παιδιά και η φύση που είναι θεός, αρέσκεται στο να κρύβεται και να φανερώνεται με μέτρο, κι αυτός είναι ο λόγος που η γνώση είναι αθροιστική. Αλλά και πόση γνώση αντέχει ο άνθρωπος ώστε να μην παραφρονήσει;

    Με βάρκα την ελπίδα πέφτουμε, σηκωνόμαστε και συνεχίζουμε. «Ελπίζω άρα υπάρχω» παραφράζοντας τον Καρτέσιο ή «Εάν μη έλπηται ανέλπιστον, ουκ εξευρήσει", δηλαδή αν δεν ελπίζεις το ανέλπιστο, δεν θα το βρεις, θα μας πει ο Ηράκλειτος. Η δε αγάπη για την αναζήτηση ξεπερνάει τα όποια εμπόδια. Ένα ταξίδι που μπορεί να μην φτάσουμε στο τέλος, αλλά τουλάχιστον θα αξίζει η προσπάθεια. Και σε αυτό το ταξίδι δεν είμαστε μόνοι μας, μαζί μας συνυπάρχει και κάποιος άλλος αόρατος, που μπορεί να είναι ο άλλος μας εαυτός, μπορεί να είναι και ο φύλακας άγγελός μας. Σε αυτή τη γη κάποιοι άνθρωποι έρχονται με άστρο, έχουν να επιτελέσουν μία αποστολή και αυτό το κάνουν με μέτρο, με σύνεση, χωρίς έπαρση. Είναι οι ακάματοι ερευνητές και επιστήμονες, που βελτιώνουν τη δική μας ζωή και σώζουν ζωές. Όλοι αυτοί έχουν την έννοια του Θεού, τονίζει ο συγγραφέας.

    Ο συγγραφέας στο φανταστικό αυτό ταξίδι, επιλέγει δύο νέους επιστήμονες, τους οποίους συμπληρώνουν και κάποιοι άλλοι. Οι δύο αυτοί αστρο-άνθρωποι επιστήμονες, σκοπό έχουν να εξερευνήσουν το άγνωστο σύμπαν. Στον έναν ο Δημήτρης επιλέγει να δώσει το όνομα Φοίβος, το άλλο όνομα του Απόλλωνα - του θεού του φωτός, αφού μόνο το φως μπορεί να φωτίσει τα σκοτάδια. Στο άλλον, το όνομα Αγγελίνα, όνομα και αυτό με συμβολισμό. Ο αστρο-άνθρωπος από άγνωστη αιτία περνάει σε άλλη διάσταση, χάνεται στο σύμπαν και επανέρχεται στη Γη ύστερα από περιπλάνηση 20 ετών. Συναντά ανθρώπους που τον θεωρούν νεκρό και τους διηγείται τις εμπειρίες του.

    Ένα βιβλίο καλογραμμένο, στοχαστικό, με πλοκή και πολλά ερεθίσματα. Προσιτό για να διαβαστεί από τον καθένα.

    Του εύχομαι να είναι και αυτό καλοτάξιδο.

     

     

     

    Δημήτρης Μαυραειδόπουλος

     
  • Κώστας Κουντάνης (Κόκος)

     

    Το Σάββατο που μας πέρασε, 16.2.2024, ο Κώστας Κουντάνης, ο Κόκος για όσους τον γνωρίσαμε από κοντά, πήρε το δρόμο για το Μεγάλο Ταξίδι της ζωής, πήρε το Δρόμο της επιστροφής, για να φτάσει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, στο Μηδέν και στο Άπειρο.

    Υπήρξε για πολλά χρόνια Κοινοτάρχης της Νυμφασίας και Δήμαρχος Βυτίνας της καποδιστριακής εποχής. Μακριά από στερεότυπα, από κόμματα, από ιδεοληψίες, πάλεψε με τον μοναδικό τρόπο του για το καλό και την ευημερία των συμπολιτών του. Η ευφυΐα του, τον κατέστησε τον καλύτερο Δήμαρχο που γνώρισε ποτέ η Αρκαδία, η τιμιότητά του, τού έδωσε δύναμη ώστε να εκφράζεται ελεύθερα και να δρά δίχως παρωπίδες και καθωσπρεπισμούς. Το «δήθεν», κύριο γνώρισμα των κενών ανθρώπων, δεν το γνώριζε, σαν άλλος Διογένης, για τον εαυτό του τα απαραίτητα τού αρκούσαν, τού έδιναν πλούτο που, δεν γινόταν εύκολα αντιληπτός από τον συνηθισμένο άνθρωπο διότι είναι εγκλωβισμένος στην καθημερινότητα της κατανάλωσης και του πλαστού ευδαιμονισμού. Πλούτος για τον σύγχρονο άνθρωπο, είναι τα υλικά «αγαθά», αυτά που τον Κόκο τον άφηναν αδιάφορο. Η απληστία του υλισμού της σύγχρονης κοινωνίας, στάθηκε κυριολεκτικά έξω από τη ζωή του. Ο βίος του ήταν λιτός, είχε μέσα του την δωρικότητα του Σωκράτη και όλων των φιλοσόφων πριν από αυτόν.

    Ακριβώς επειδή ήταν πάντοτε ο εαυτός του, δίχως να πασχίζει να περιγελά τον συνάνθρωπό του, αγαπήθηκε αλλά ταυτόχρονα είχε και ορκισμένους εχθρούς. Όταν δεν έχεις την ικανότητα να καταλάβεις τον άλλον, εύκολα τον δαιμονοποιείς και τον βάζεις στο περιθώριο. Ο Κόκος, είχε την ικανότητα και δεν έμπαινε σε καλούπια, πως θα μπορούσε άλλωστε; Υπήρξε ασυμβίβαστος στη ζωή του, ελεύθερος από την «κομματική αγκαλιά», διότι μέσα του δεν υπήρχε και φόβος, αυτός ο ίδιος φόβος της ασφάλειας που καθιστά τις μάζες, ανελεύθερες, εγκλωβισμένες στα γρανάζια του πολιτικού συστήματος – που η σαλαμοποίηση του μάλιστα, είναι έντονα ορατή στην εποχή μας.

    Για το έργο του Κόκου στην Νυμφασία και στον Δήμο Βυτίνας, άς μιλήσουν άλλοι, κυρίως οι συμπολίτες του. Εγώ ήθελα να σταθώ λίγο στην ποιότητα αυτού του μοναδικού Ανθρώπου, που έτυχε και γνώρισα. Του ανθρώπου που βοήθησε με κάθε μέσο που είχε στη διάθεσή του ώστε να απαλύνει τον βίο του διπλανού του, του γείτονά του, του φίλου του, του συνδημότη του.  

    Καλό Δρόμο Μέγιστε Κόκο!

     

     

     

    Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος

     
  • Μία κριτική ματιά «Πέρα από το Φώς»

     

    Διαβάζοντας τον πρόλογο του βιβλίου, έμεινα αρκετή ώρα μετέωρος, σιωπηλός, και …. άρχισα να διαπιστώνω ότι σε πολλά σημεία του, διαφωνώ! «Εάν χαθείς στο χρόνο, εκείνος δεν θα σε περιμένει. Όλοι και όλα στο χρόνο προχωρούν, είτε το θέλουμε είτε όχι», σημειώνει ο συγγραφέας. Πράγματι, αυτό συμβαίνει διότι ο χρόνος είναι μονάχα ψυχολογικός, πραγματικός χρόνος στο Σύμπαν (που είμαστε μέρος του) δεν υφίσταται. «Τα όνειρα, τον πόνο, την πίκρα, την νοσταλγία, πρέπει να τα διαχειριστείς δημιουργικά και τότε θα σου δείξουν το δρόμο. Η ελπίδα δεν είναι μία ουτοπία που δημιουργείς αλλά, αν την πιστεύεις και αγωνιστείς γι’ αυτήν, θα την πραγματοποιήσεις», συνεχίζει ο συγγραφέας, στην επόμενη παράγραφο. Ο Καζαντζάκης για να νιώσει ελεύθερος, δεν πίστευε και δεν ήλπιζε πουθενά. Η ελπίδα, έχει μπολιαστεί μέσα μας σαν κάτι καλό, αλλά δεν είναι. Επί της ουσίας είναι χρόνος, περιμένω κάτι… και όσο ζω, το περιμένω, ελπίζω….. Είναι χρόνος που μας αφαιρεί ενέργεια. Αν δεν ελπίζω σε τίποτε, αν δεν πιστεύω σε τίποτε, όχι μόνο είμαι ελεύθερος αλλά από το σημείο αυτό ξεκινά και η έρευνα για το άγνωστο. Το άγνωστο μας τρομάζει όμως, μας φοβίζει. Για το λόγο αυτό επιστρέφουμε πάντοτε στο παρελθόν, που το ξέρουμε και μας παρέχει ασφάλεια. Ό,τι μας είναι γνωστό δεν μας προκαλεί φόβο.

    «Η Αγάπη, ο έρωτας και η ένωση δεν γεννάνε μόνο συναισθήματα, γεννάνε το αύριο και δίνουν ουσία στο παρόν», λέει ο συγγραφέας πιο κάτω. Ο έρωτας και η ένωση, πράγματι γεννάνε συναισθήματα αλλά όχι αγάπη. Τα συναισθήματα είναι προϊόντα της επιθυμίας, δηλαδή της σκέψης. Από τη φύση τους, είναι συγκρουσιακά, γεννούν αντιθέσεις, χαρά-λύπη, διότι η σκέψη μας έχει υλική υπόσταση. Η Αγάπη, βρίσκεται πέρα από τη σκέψη, στη νοημοσύνη. Είναι ιδέα και μέσα της εμπεριέχει τα πάντα, είναι ενότητα και καθαρή ενέργεια. Δεν βρίσκεται στο παρελθόν αλλά ούτε και στο μέλλον. Είναι πάντα παρούσα και στο παρόν δεν υπάρχουν συγκρούσεις.  

    Με τις παραπάνω σκέψεις που τις γέννησε ο πρόλογος του βιβλίου, συνέχισα αργά την ανάγνωση των επόμενων σελίδων, πεπεισμένος όμως ότι ο συγγραφέας, ήθελε να κάνει το μεγάλο άλμα, το ίδιο άλμα που αναφέρει «ο Dodds» στο βιβλίο του: «Οι Έλληνες και το παράλογο», το άλμα που δεν τόλμησε ούτε ο αναβάτης, ούτε ο ίππος, κυρίως αυτός, δηλαδή τα εξωλογικά εκείνα στοιχεία μέσα στην ανθρώπινη φύση που, δίχως να το ξέρουμε δυναστεύουν μέγα μέρος της συμπεριφοράς μας και μέγα μέρος αυτού που νομίζουμε πως αποτελεί δική μας σκέψη. Εδώ ο συγγραφέας, σαν αναβάτης και ίππος, σαν ένας, τόλμησε το μεγάλο άλμα, άρχισε να αναζητά: «Εγώ θέλω να βρω εμένα, αναζητώ εμένα του τότε, γιατί εγώ το τότε το άφησα». Το άλμα είναι ακόμη μετέωρο, γιατί η έρευνα μετεωρίζεται στο ταξίδι της, αν φτάσεις κάπου μέσω αυτής, την ορίζεις, την οριοθετείς, και τότε η έρευνα πεθαίνει.

    Σκέφτεται όμως: «πάντοτε κατέληγα πως Αρχή δεν υπάρχει. Τέλος δεν υπάρχει. Το άγνωστο είναι το μόνο δεδομένο. Οι αποστάσεις μη επακριβώς προσδιορισμένες. Μετρήσεις σε δισεκατομμύρια με ποσοστό λάθους εκατομμυρίων δεν μπορεί να λογίζονται ώς μετρήσεις, έλεγα μέσα μου αλλά και δημοσίως εξομολογούμενος». Πριν 3000 χρόνια ένας «σκοτεινός φιλόσοφος» έλεγε ακριβώς ό,τι και ο συγγραφέας με διαφορετικά λόγια: Κόσμον τόνδε, τν αύτν άπάντων, οτε τις θεν οτε νθρώπων ποίησεν, λλ’ ἦν ε καὶ στιν καὶ σται πρ είζωον, πτόμενον μέτρα καὶ ποσβεννύμενον μέτρα. Σε ελεύθερη μετάφραση: Τον κόσμο τούτο, τον ίδιο για όλους, ούτε θεός ούτε άνθρωπος τον έκανε, μα ήταν πάντα και είναι και θα είναι πύρ αείζωο, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο.

    Η σκέψη, από τη φύση της είναι περιορισμένη. Γεννά επιθυμίες, θέλω, ελπίδες, συναισθήματα, κυρίως γεννά φόβο. Ο ήρωας του βιβλίου, αναρωτιέται γι’ όλα αυτά, για το που μπορούν να τον φτάσουν. Αναζητά την υπέρβαση αλλά μέσω της σκέψης, παλεύει να βρει απαντήσεις: «γνωρίζω ποιος είμαι! Γνωρίζω; Που είμαι; Πως θα με δουν; Πως δεν θα με δουν; Να κρυφτώ; Να εμφανιστώ; Τι θα είμαι γι’ αυτούς;». Διακρίνοντας όλο αυτό το αδιέξοδο, κάνει το άλμα και πετυχαίνει να βρεθεί αλλού, σε διαφορετικό πλανήτη, το κατορθώνει, δεν ξέρει πως αλλά δεν έχει και σημασία, το κατορθώνει όμως. Από μία σχισμή βράχων βρέθηκε στον Πάνυ, τον πλανήτη ενός άλλου μικρόκοσμου στον απέραντο μακρόκοσμο. Γίνεται ταξιδευτής του χρόνου αλλά και πάλι, τις γήινες συνήθειες τις θέλει μαζί του, δεν είναι ακόμη έτοιμος να τις αφήσει πίσω, δεν «ποιεί τα πάντα νέα» (κατά Χριστόν), επιστρέφει στο παρελθόν γιατί του παρέχει ασφάλεια, το μέλλον -που είναι άγνωστο- τον φοβίζει, στο παρόν όταν είναι, δεν υπάρχουν τα άλλα διότι το παρόν είναι η ζώσα ενέργεια.

    Ο άλλος πλανήτης, του παρέχει ένα «επίπεδο ασφαλείας», αλλά εύκολα διχάζεται. Από μακριά τώρα, παλεύουν μέσα του οι δυό εαυτοί, ο γήινος και ο υπερβατικός, Ο γήινος φαίνεται πως κερδίζει, διότι και στον άλλο πλανήτη κυριαρχούν οι παλιές σκέψεις. Ενώ τόλμησε το άλμα ο ήρωας, πήρε μαζί και τις συνήθειες του, κι αυτές τον γεμίζουν θλίψη: «Τελικά βρήκα τον πλανήτη που αναζητά όλη η γη, αλλά έχασα τα πάντα!».

    Στον γήινο κόσμο του, υπάρχει η Φαίη η γυναίκα του, η αγαπημένη του. Εδώ, στον πλανήτη Πάνυ, υπάρχει η Αγγελίνα, αυτή τον βοηθά να ενταχθεί στον καινούργιο κόσμο, αγαπημένη κι αυτή, σμίγουν μαζί στην αθωότητα, συνομιλούν, ανταλλάσσουν απόψεις. Ο Φοίβος, αυτός είναι ο ταξιδευτής, έχει ένα μεγάλο προσόν, ακούει. Ναι, το ακούειν είναι τέχνη και φανερώνει άνθρωπο έξυπνο. Και στη γη όμως άκουγε όσους είχαν κάτι να του πουν. Οι άνθρωποι, από συνήθεια δεν ακούνε ο ένας τον άλλον. Μιλάνε μεταξύ τους αλλά φλυαρούν, ο καθένας ακούει αυτά που έχει στο κεφάλι του. Ο Φοίβος, έχει φύγει από το στάδιο αυτό και έχει την ικανότητα του ακούειν.

    Στη νέα του ζωή, όταν είναι μόνος αναπολεί, όταν είναι με την Αγγελίνα ζει. Ζει το παρόν και νικάει τον φόβο. Στη γη είναι καθηγητής αστροφυσικός, εδώ η εταιρεία που απασχολείται, κατασκευάζει παιχνίδια με εργαλείο την τεχνική νοημοσύνη. Διαπρέπει στα καθήκοντά του, είναι συνεπής, εργατικός, Του αρέσει η δουλειά αυτή, έχει υπολογισμούς, πράξεις, αλγορίθμους, είναι ενδιαφέρουσα. Με τον Διαστημάνθρωπο, τον μηχανικό της εταιρείας, εργάζονται πυρετωδώς για το ιπτάμενο περιστέρι που θα αναζητήσει τον χρόνο. Όταν είναι έτοιμοι, αφήνουν το περιστέρι-μηχανή σε μια σπηλιά, παράλληλα όμως τον προβληματίζει ο λόγος του Διαστημάνθρωπου μέσω της Αγγελίνας: «το περιστέρι να γυρίσει στη φωλιά του».

    Με την Αγγελίνα κουβεντιάζουν τα πάντα, από την αρχή που την γνώρισε της είπε την αλήθεια, ποιος ήταν και από που ήρθε χωρίς να το καταλάβει. Αυτή τον πίστεψε επειδή κατάλαβε την ειλικρίνεια του λόγου του, αδυνατούσε όμως να πάει παραπέρα, διότι κι αυτή στον πλανήτη της, είχε περιορισμένη σκέψη. Στο διάστημα αυτό, της μιλούσε με τρόπο παράξενο, σαν να την προετοίμαζε για κάτι. Μέσα του, κάτι συνέβαινε και ένιωθε την ανάγκη να μην την αφήσει με απορίες αν εξαφανιζόταν!

    Στη σπηλιά μπαίνει μόνος του κι αυτή τη φορά, είχαν προηγηθεί κι άλλες φορές, «εδώ είναι η κρύπτη μου», μονολογεί. Του αρέσει ο χώρος, αρχίζει πάλι να γράφει λέξεις της γης: «Ελπίδα, νοσταλγία, αναμονή, επιμονή, ψυχή, θάρρος, φόβος, βάρος, ζωή, έρευνα, διάστημα, χάος, σύμπαν, γη, άνθρωπος, όν, πλανήτες». Αρχίζει έκ νέου να γίνεται καθηγητής αστροφυσικός, υπολογίζει, ερευνά, παρατηρεί, σχηματίζει κύκλους, αριθμούς, σημεία, «αρχίζει τον τρελό χορό με τους τοίχους της σπηλιάς», παίρνει στα χέρια του την υπολογιστή μηχανή του και μένει ξάγρυπνος. Όταν τα βλέφαρά του έκλεισαν από την κούραση, ξεκίνησε ο χορός με «εφιάλτες και πειράματα», φόβο και τρόμο και……. βρέθηκε ξύπνιος, με πόνους στο σώμα, με το κεφάλι του βαρύ, άνοιξε τα μάτια και κατάλαβε ότι είχε επιστρέψει στα γήινα, είδε τη σχισμή των βράχων και με κόπο σωματικό βγήκε στον κόσμο του, εκεί που τον περίμενε ένα παιδί!

    Το παιδί αναζητούσε τη σχισμή των βράχων γιατί είχε ακούσει ότι σε αυτήν χάθηκε ο πατέρας του. Το δρόμο προς αυτήν του την έδειξε ένας γέροντας, αυτός που, για χρόνια άκουγε τον φίλο του να υποστηρίζει με θέρμη: «ο γιός μου δεν χάθηκε, ζει, κάπου αλλού είναι αλλά ζει και θα επιστρέψει». Πέθανε όμως ο φίλος του γέροντα με τον καημό του εξαφανισμένου γιου του, αλλά τώρα αυτός, δείχνει τον δρόμο της αναζήτησης σε ένα παιδί.   

    Ο Φοίβος και το παιδί, αρχίζουν να περπατάνε, το παιδί θέλει να μάθει, έχει απορίες, αυτός θέλει να ενταχθεί πάλι στον κόσμο του, θέλει πίσω τη ζωή του, ένα χαρτί, κάτι, που να πιστοποιεί ποιος είναι. Τα καταφέρνει εύκολα δίχως να λύσει εύλογες απορίες των αρχών για το που ήταν σ’ αυτό το διάστημα των είκοσι χρόνων. Ναι, όπως έμαθε, έλειψε από τη γη είκοσι χρόνια, στο διάστημα αυτό πέθαναν οι γονείς του, η Φαίη όμως; Η αγαπημένη γυναίκα του; Αυτή που είναι;

    Όταν ανταμώνει την Φαίη, γνωρίζονται αμέσως κι ας έχουν περάσει είκοσι χρόνια. Αυτή, όλο οργή, αρχίζει ένα μεγάλο κατηγορώ, δεν χαίρεται που τον βλέπει, έχει φτιάξει πάλι τη ζωή της, έχει παιδιά κι ένα καλό σύζυγο. Δεν της αρέσουν οι ανατροπές στην καλοβαλμένη ζωή της. Είναι θυμωμένη. Ο Φοίβος, σε όλο αυτό το ξέσπασμα, μένει σιωπηλός κι ακούει, την καταλαβαίνει. «Παντρεύτηκα γιατί είχα το δικό σου παιδί στη κοιλιά μου, βρήκα αυτόν τον καλό άνθρωπο και με στήριξε, δεν ήθελα να λένε ότι έχω το παιδί του τρελού», συνέχισε η Φαίη αδιάκοπα το σφυροκόπημά της. Όχι, δεν τον αγάπησε η Φαίη τον Φοίβο, το κοινό συμφέρον δεν είναι αγάπη. Κι όταν εξαφανίστηκε αυτός, για να μην την κακολογήσει ο κόσμος, παντρεύτηκε έναν καλό άνθρωπο. Η Φαίη ζούσε για τον κόσμο, για τις έννοιες του, για το τι θα πει και σκεφτεί. Δεν ζούσε για την ίδια.

    Αγκαλιές πρόσμενε από το αντάμωμα με την Φαίη ο Φοίβος, μα άλλα έγιναν όταν συναντήθηκαν ύστερα από είκοσι χρόνια. Αυτός την αγαπούσε ακόμα. Αυτή αγαπούσε τον εαυτό της και τις γνώμες του κόσμου. Από τη μεριά της είχε δίκιο. Αλλά που βρισκόταν η αλήθεια; «Δεν θέλω να ακούω την αλήθεια γυμνή σε όλες τις στιγμές της ζωής μου. Ας ειπωθεί εάν πρέπει να ειπωθεί, αλλά ας ειπωθεί με άλλο τρόπο. Δεν είναι καλή η ωμή αλήθεια και ας λένε», σκέφτεται ο Φοίβος σαν απομακρύνεται από το αντάμωμα με την Φαίη. Και όμως, αν κάτι μπορεί να φέρει ανατροπές στα πάντα, μία επανάσταση του μυαλού, αυτό μπορεί να γίνει μόνο από την ωμή αλήθεια. Όσο ενοχλητική ή επώδυνη μπορεί να είναι. Όμως όχι, δεν θέλουμε τις ανατροπές, ή μάλλον τις θέλουμε μέσα από την ασφάλεια της ζωής μας. Μας παρέχει όμως η ζωή ασφάλεια;

    Ο Φοίβος, είναι πάλι στη γη, μα ο νους του πηγαίνει αστραπιαία πίσω, στην Αγγελίνα και τον Διαστημάνθρωπο, στον πλανήτη Πάνυ που τον φιλοξένησε για είκοσι χρόνια. Η ζωή εκεί κι εδώ έχει ομοιότητες. Συναισθήματα κατακλύζουν και τον άλλο πλανήτη και εγκλωβίζουν, όπως και στον δικό μας, τον άνθρωπο. «Οι κόσμοι του σύμπαντος δεν θα συναντηθούν ποτέ, αλλά ας βοηθήσουμε να λάβουμε ή να στείλουμε μηνύματα», λέει ο Φοίβος στο γιό του, το παιδί που τον βρήκε στη σχισμή των βράχων, το παιδί που είχε στη κοιλιά της η Φαίη όταν εξαφανίστηκε, είναι ο γιός του.  

    Σου διαφεύγει Φοίβο ότι το σύμπαν είσαι εσύ, κατ’ επέκταση, οι κόσμοι του σύμπαντος που δεν θα συναντηθούν ποτέ, όπως λες, δεν ισχύει. Εσύ κι εγώ, όλοι μας, όταν καταλάβουμε ποιοι Είμαστε, όχι πως μας λένε, αλλά ποιοι πραγματικά Είμαστε, τότε, δεν θα έχουμε λόγους να κάνουμε ταξίδια στον χωροχρόνο, δεν θα προσπαθούμε να πάμε σε άλλους πλανήτες ή γαλαξίες, διότι και η προσπάθεια, είναι χρόνος. Όταν θα ξέρουμε ποιοι Είμαστε, θα φέρνουμε σε εμάς τους πλανήτες και τους γαλαξίες, διότι το ανθρώπινο σώμα με την υλική και πνευματική του υπόσταση, είναι το Σύμπαν!

    ============

    Το ταξίδι που έκανα μέσα από τις σελίδες του βιβλίου «Πέρα από το Φώς», του Δημήτρη Σταματόπουλου, ήταν συναρπαστικό. Όταν το έκλεισα, συμφώνησα ότι διαφωνώ με τον συγγραφέα σε παρά πολλά ζητήματα που θέτει σε αυτό. Αυτή η διαφωνία με έκανε να σταθώ σε κάθε λέξη, σε κάθε παράγραφο, σε κάθε τελεία. Το βιβλίο «Πέρα από το Φώς», δεν διαβάζεται έτσι απλά για να διαβαστεί, θέλει μελέτη, την απαιτεί η διαλεκτική του συγγραφέα που είναι διάχυτη σε κάθε σελίδα. Ναι, είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο, μία κατάθεση ψυχής, ένας ύμνος στη ζωή. Στο τέλος, δεν έκανε το άλμα ο συγγραφέας, το άφησε μετέωρο, το ίδιο ακριβώς όμως έκαναν κι οι αρχαίοι Έλληνες στην κορύφωση της επιστήμης της προσωκρατικής εποχής. Από τον αρχαίο κόσμο στον σύγχρονο υπάρχει μία αδιάλειπτη συνέχεια, μέχρι να μάθουμε ….. ποιοι Είμαστε. Τότε θα πραγματοποιήσουμε το άλμα, διότι τότε, θα κατανοήσουμε ότι στο Σύμπαν (σε εμάς), δεν υπάρχει κάτι που δεν γίνεται. Διότι στην ίδια τη Φύση, δεν υπάρχει νόμος «του δεν γίνεται».

    Το καταπληκτικό που συμβαίνει με βιβλία σαν αυτό του Δημήτρη Σταματόπουλου, είναι το ότι,  ο κάθε αναγνώστης βλέπει σε αυτό διαφορετικά πράγματα και καταθέτει τη δική του αλήθεια όπως εδώ ο γράφων. Που όμως είναι η αλήθεια;

    Εδώ ο συγγραφέας, μέσω της διαλεκτικής του – που απέχει από την Μαρξιστική διαλεκτική και ακόμη απ’ αυτή του Πλάτωνα, αυτής που ο ίδιος φτιάχνει, ζητά την κατανόηση, την συνεργασία, μέσω αυτών βλέπει τον κόσμο. Κάνει λάθος; Όχι, δεν κάνει, η συνενόηση των ανθρώπων μπορεί να φέρει αποτελέσματα, ν’ αποδυναμώσει τις συγκρούσεις, κατά συνέπεια, μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο σε καινούργιους δρόμους, αυτούς της δημιουργίας, της εξέλιξης. Από την εξέλιξη μέχρι την ανέλιξη του ανθρώπου, εκείνο που απαιτείται, είναι ένα άλμα. Το άλμα από τη σκέψη στη νοημοσύνη. Τι μας εμποδίζει;

    ==========

    Όλα τα ανωτέρω, με αφορμή το εκπληκτικό βιβλίο του Δημήτρη Σταματόπουλου, «Πέρα από το Φώς», Εκδόσεις «
    Forin».

     

     

     

    Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος   

     
  • Ο Αρχιμανδρίτης Ισίδωρος Τσόρβας Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αιγαίου

    Ο Αρχιμανδρίτης Ισίδωρος Τσόρβας του Φιλίππου και της Αναστασίας (το γένος Γεωργίου Αναστασοπούλου) εκπόνησε Διδακτορική Διατριβή με τίτλο "Το Θρησκευτικό προσκύνημα ως τουριστική εμπειρία" υπό την επίβλεψη του εκλεκτού κ. Δημητρίου Λαγού, καθηγητού του Πανεπιστημίου Αιγαίου, την οποία υποστήριξε την Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου ενώπιον της επιτροπής Καθηγητών και ομόφωνα εγκρίθηκε η απονομή του Διδακτορικού διπλώματος με βαθμό Άριστα από το τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων της Σχολής Επιστημών της Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

    Ο π. Ισίδωρος είναι πτυχιούχος του τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές και έλαβε μεταπτυχιακά διπλώματα από το τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας του ΕΚΠΑ με ειδικεύσεις στο "Κανονικό Δίκαιο" (2017) και στην "Επικοινωνιακή Θεολογία, Θρησκευτική Αγωγή, Ποιμαντική Θεολογία και Ποιμαντική Ψυχολογία" (2019), καθώς και από το τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας και Χριστιανικού Πολιτισμού του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με ειδίκευση "Εκκλησιαστική Ιστορία και Πολιτισμός" (2021).

    Το 1996 χειροτονήθηκε στο βαθμό του Διακόνου και του Πρεσβυτέρου και έλαβε το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτου.

    Υπηρέτησε ως εφημέριος στον Ι.Ν. Αγίου Ελευθερίου Χαλανδρίου και από το 1999 στον Ι.Ν. Παναγίας Μαρμαριώτισσας Χαλανδρίου ως Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ι.Ν. αναπτύσσοντας εξαιρετικό ποιμαντικό, κατηχητικό, φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο.

    ==========

    Η Σελίδα μας, εύχεται στον Πατέρα Ισίδωρο και αγαπητό συμπατριώτη μας, Κάθε Καλό στον ποιμαντικό βίο του.  Θερμά συγχαρητήρια.

     

     

     

    Opsarion.gr

     
  • ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ

     

    Ιωάννης Ηλ. Νικολακόπουλος: Λαογραφική Τριλογία από την Αετορράχη Αρκαδίας (Γέννηση- Γάμος- Θάνατος), Αθήνα 2023, σελ. 355

    Ι. Αισθάνομαι σήμερα μεγάλη χαρά, γιατί έπειτα από εννέα χρόνια στην ίδια ακριβώς αίθουσα μου δίνεται η ευκαιρία να παρουσιάσω μαζί με τον φιλόλογο Δημήτρη Αναγνωσταρά ένα ακόμα βιβλίο του εκλεκτού και σεβαστού φίλου μου Γιάννη Νικολακόπουλου. Όπως ενθυμείσθε ίσως, τον Ιανουάριο του 2014 παρουσίασα σε αυτήν εδώ την αίθουσα το μνημειώδες έργο του Γιάννη «Αετορράχη Αρκαδίας», ένα δίτομο έργο 860 σελίδων, του οποίου ο πρώτος τόμος αναφερόταν στην Ιστορία και ο δεύτερος στη Λαογραφία του όμορφου γορτυνιακού χωριού.

    Σήμερα θα παρουσιάσουμε το νέο βιβλίο του Γιάννη «Λαογραφική Τριλογία από την Αετορράχη Αρκαδίας», ένα ακόμα μνημειώδες έργο 355 σελίδων μεγάλου σχήματος, που αναφέρεται ειδικότερα σε τρία λαογραφικά θέματα, δηλαδή στη Γέννηση, στον Γάμο και στον Θάνατο, τρείς σημαντικούς σταθμούς της ανθρώπινης πορείας πάνω στη γη. Το βιβλίο αυτό του Γιάννη, όπως και το προηγούμενο, έχει αποσπάσει, επάξια και δίκαια, έπαινο από το Κέντρο Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, γεγονός που αποτελεί πειστική απόδειξη για την αξία και τη σημασία του.

      Ο Γιάννης Νικολακόπουλος είναι γνωστός σε όλους για την ευσυνειδησία του και την εργατικότητά του, αλλά και για την πληθωρική πνευματική παραγωγή του. Δεν έπαψε ποτέ να τροφοδοτεί τις αρκαδικές εφημερίδες και τα περιοδικά με κάθε είδους συνεργασίες του, και δεν έπαψε ποτέ να ασχολείται με τη λαογραφία του τόπου μας και δη της ιδιαίτερης πατρίδας του. Δεν χρειάζεται να τονίσω ότι όλα τα κείμενά του εκπηγάζουν από ένα γόνιμο πνεύμα, που αρδεύεται κυρίως από μια βαθειά νοσταλγία για το παρελθόν και από μια θερμή αγάπη για τη γενέτειρά του. Η απέραντη αγάπη του Γιάννη για το χωριό του και τους ανθρώπους του και η νοσταλγία του για τα χρόνια του παιδικού και νεανικού βίου του είναι οι λόγοι που «ευθύνονται» και για το παρόν λαογραφικό του πόνημα. Το γεγονός αυτό καθαυτό είναι άξιο θαυμασμού αλλά και συγχαρητηρίων, αν σκεφτεί κανείς ότι ο συγγραφέας κλείνει του χρόνου τα 90 χρόνια του, εν πλήρει σωματική και πνευματική ακμή, που θα τη ζήλευαν πολλοί, ολόκληρες δεκαετίες νεότεροί του!

    Η παρούσα Λαογραφική Τριλογία είναι «έργο ζωής», ανεξάντλητης υπομονής και τεράστιου μόχθου του Γιάννη. Έχει δουλέψει επί πολλά χρόνια για να συγκεντρώσει το λαογραφικό υλικό του, όχι από τα βιβλία, αλλά από ζωντανές και αυθεντικές διηγήσεις ανθρώπων του χωριού του, που τούς μνημονεύει όλους και τους ευχαριστεί στο βιβλίο του και παραθέτει ευγνώμονα και τις φωτογραφίες τους. Επομένως, το βιβλίο του Γιάννη είναι γνήσιο και αυθεντικό, γιατί είναι βιωματικό προϊόν και ακραιφνές τεκμήριο του λαϊκού πολιτισμού και της ελληνικής παράδοσης, όπως διαμορφώθηκε ανά τους αιώνες στον χώρο ενός ελληνικού επαρχιακού χωριού.

    Σε παλαιότερες εποχές ο Γιάννης διέθεσε την αγάπη του και τη σχολαστική υπομονή του για να μαζέψει σαν τη μέλισσα από τους ανθούς της λαϊκής μας παράδοσης έθιμα, δρώμενα, προλήψεις και δεισιδαιμονίες του λαού μας, συνήθειες που επικρατούσαν στο χωριό κατά τη δεκαετία 1940-1960, και κυρίως δημοτικά τραγούδια, αυτά τα αξεπέραστα αριστουργήματα της ελληνικής ψυχής. Και αφού τα συγκέντρωσε υπομονετικά, σήμερα με γνώση και με πείρα, με τη σοφία της ηλικίας του, τα κατέταξε μεθοδικά, τα ταξινόμησε κατά ενότητες και τα ενσωμάτωσε στην παρούσα μελέτη του. Με την υπερβολική αγάπη του για την Παράδοση κατάφερε να μας χαρίσει έναν ανεκτίμητο «θησαυρό» του λαϊκού πολιτισμού μας. Ο «θησαυρός» αυτός δεν είναι μόνο μια απλή συλλογή λαογραφικού υλικού, αλλά και μια συμβολή στην επιστήμη της Λαογραφίας. Είναι βέβαιο ότι οι ειδικοί επιστήμονες λαογράφοι θα βρουν στο βιβλίο αυτό αρκετά στοιχεία άξια επισημάνσεων και σχολίων. Γενικότερα, θεωρώ βέβαιο ότι και το νέο βιβλίο του Γιάννη δεν θα περάσει απαρατήρητο ούτε από την επιστημονική κοινότητα ούτε από τους λογίους της εποχής μας.

    Η λατρεία του Γιάννη για το χωριό του και τον λαϊκό μας πολιτισμό και η ευρυμάθειά του, και μάλιστα η ασυνήθιστη σήμερα αρχαιογνωσία του, κάνουν το βιβλίο αυτό ένα «πνευματικό μνημείο», ένα έργο «ες αεί» , όπως έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Οι παλαιότεροι μελετώντας το βιβλίο αυτό θα θυμηθούν και θα νοσταλγήσουν, οι νεότεροι θα γνωρίσουν και ίσως αγαπήσουν το παρελθόν. Βέβαια οι καιροί έχουν αλλάξει, οι κοινωνικές συνθήκες μεταβλήθηκαν, πολλά από τα έθιμα και τα δρώμενα του χωριού, που τόσο ωραία περιγράφονται στο βιβλίο του Γιάννη, έχουν ατονήσει ή έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί. Αυτό όμως καθόλου δεν σημαίνει ότι πρέπει να λησμονηθούν!

    Το βιβλίο αυτό είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει ως ένα «γύμνασμα εθνικής μνήμης»! Η εθνική μνήμη είναι μέρος της ταυτότητάς μας και της ιδιοπροσωπείας μας, που δεν πρέπει να την απεμπολήσουμε. Ιδιαίτερα σήμερα, που άγνωστα διεθνή κέντρα θέλουν να μας κάνουν όλους έναν πολιτιστικό πολτό χωρίς παρελθόν, χωρίς ιστορικές ρίζες, χωρίς εθνικούς οραματισμούς, δηλαδή άβουλα καταναλωτικά ανθρωπάκια, χωρίς παρελθόν και χωρίς μέλλον.

    Δεν θέλω να αναλύσω με λεπτομέρειες τα περιεχόμενα του βιβλίου, γιατί όλοι θα τα δείτε και θα τα μελετήσετε. Αυτό που θα ήθελα να τονίσω είναι ότι με τα μέχρι σήμερα έργα του ο Γιάννης Νικολακόπουλος έχει κατακτήσει μια επίζηλη θέση στην ελληνική και δη στη γορτυνιακή Λαογραφία. Όπως γνωρίζετε, πολλοί Γορτύνιοι συγγραφείς έχουν ασχοληθεί με διάφορα λαογραφικά θέματα και έχουν προσφέρει άφθονο λαογραφικό υλικό στην επιστήμη της Λαογραφίας. Αναφέρω ενδεικτικά τον παλαιό Βυτιναίο Σχολάρχη και ιερέα Παναγιώτη Παπαζαφειρόπουλο, που το έτος 1887 εξέδωσε στην Πάτρα την περίφημη «Περισυναγωγή Γλωσσικής ύλης και Εθίμων του ελληνικού λαού», ένα κλασικό και πρωτοπόρο έργο 530 σελίδων! Την ελληνική Λαογραφία πλούτισαν επίσης τα λαογραφικά έργα του Νικολάου Λάσκαρη από τη Λάστα, τα διάφορα λογοτεχνικά και λαογραφικά έργα του αείμνηστου Θεόδωρου Τρουπή από του Σέρβου, η συλλογή 170 γορτυνιακών δημοτικών τραγουδιών του Δημήτρη Κυριακόπουλου από το Περδικονέρι, και πολλών άλλων. Πλούσιο λαογραφικό υλικό υπάρχει και στα βιβλία πολλών Γορτυνίων πατριδογράφων, όπως του ίδιου παραπάνω Δημήτρη Κυριακόπουλου στα βιβλία του για το χωριό του, του ίδιου του Γιάννη Νικολακόπουλου στα μέχρι τώρα έργα του, του Γιώργου Μιχαλακόπουλου για το χωριό του Σταυροδρόμι (Αλβάνιτσα), του Λεωνίδα Αναγνωστόπουλου για τη Βυτίνα, του Γιώργου Χριστόπουλου για το Βελημάχι, και άλλων.

    Ας σημειώσουμε ακόμα ότι δεκάδες εργασίες Γορτυνίων με συλλογές λαογραφικής ύλης παραμένουν ανέκδοτες και βρίσκονται κατατεθειμένες σε χειρόγραφη μορφή στο Κέντρο Συντάξεως του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, στο Φροντιστήριο της Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και, ασφαλώς, σε άλλα λαογραφικά Πανεπιστημιακά Κέντρα.      

     Αξίζει να θυμηθούμε ότι η Λαογραφία ήταν ένα από τα επιστημονικά πεδία, όπου δόθηκε σκληρή μάχη κατά τον 19ο αιώνα με τους αρνητές της ελληνικής εθνότητας ή της ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού. Εννοώ κυρίως τις θεωρίες του μισέλληνα Γερμανού, πασίγνωστου σε όλους μας, Φαλμεράϋερ. Τη σκληρή μάχη εναντίον του άθλιου αυτού ιστορικού έδωσαν κορυφαίοι Έλληνες επιστήμονες, ο Κων/νος Παπαρρηγόπουλος στο πεδίο της Ιστορίας, ο Γεώργιος Χατζιδάκις στο πεδίο της Γλωσσολογίας και ο Νικόλαος Πολίτης στον τομέα της Λαογραφίας. Και αν τότε οι Έλληνες και ξένοι επιστήμονες, όπως ο Γερμανός Ζινκάιζεν, κατατρόπωσαν οριστικά τον Φαλμεράϋερ, σήμερα ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος, γιατί η ισοπεδωτική «παγκοσμιοποίηση» βάζει τορπίλες όχι μόνο στην ελληνική εθνότητα, αλλά σε κάθε εθνότητα, σε κάθε παραδοσιακή αξία και σε κάθε εθνικό ιδανικό.

    Στη σημερινή εποχή λοιπόν δεν είναι υπερβολή αν ειπεί κανείς ότι βιβλία σαν του Γιάννη Νικολακόπουλου, που τονίζουν και αναδεικνύουν τη λαϊκή μας παράδοση και τον λαϊκό πολιτισμό μας, είναι πράξεις ηθικής και πνευματικής αντίστασης στην επερχόμενη λαίλαπα. Βιβλία, σαν αυτό του Γιάννη, μας γνωρίζουν το παρελθόν μας, μας θυμίζουν ποιοι είμαστε και από πού ερχόμαστε, γίνονται επομένως και οδοδείκτες για τη μελλοντική μας πορεία, ως ανθρώπων και ως έθνους.

    Το βιβλίο του Γιάννη όχι μόνο αξίζει, αλλά επιβάλλεται, όλοι να το διαβάσουν και να το διαδώσουν. Γιατί η εθνική μας παράδοση, υπό τις σημερινές αβέβαιες και ζοφερές συνθήκες, δεν είναι απλώς μέρος της ταυτότητάς μας, αλλά και ψυχικό αντιστύλι παρηγοριάς και ενθάρρυνσης. Όπως πολύ ωραία γράφει για τον Έλληνα κάθε εποχής ο ποιητής Νίκος Γκάτσος και αντιγράφει ο Γιάννης:

    Του μένει μόνο στη ζωή
    μια γλώσσα, μια πατρίδα,
    η πρώτη του παρηγοριά
    και η στερνή του ελπίδα!

    Ο συγγραφέας δεν έχει καμμία αμφιβολία για την αξία της λαϊκής μας παράδοσης, ούτε αμφισβητεί τη συνέχεια της εθνικής μας ζωής από τα χρόνια του Ομήρου μέχρι σήμερα. Το αποδεικνύουν περίτρανα οι διάφορες «επιβιώσεις» και «απηχήσεις» ηθών και εθίμων των αρχαίων προγόνων μας στη σημερινή ζωή, που ο Γιάννης με την πολυμάθεια και την αρχαιολατρεία του τις επισημαίνει και τις τεκμηριώνει με παραπομπές στον Όμηρο, στον Ησίοδο, στους αρχαίου Τραγικούς και σε άλλους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Θα πρόσθετα όμως εδώ και τη σπουδαία συμβολή του Βυζαντίου στη διάσωση και μεταλαμπάδευση παλαιών ηθών και εθίμων στη σύγχρονη εποχή, όπως αποδεικνύει το μοναδικό, πολύτιμο και πολύτομο έργο του παλαιού ακαδημαϊκού Φαίδωνος Κουκουλέ, που έχει τίτλο «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», το οποίο στον τρίτο τόμο του αφιερώνει 227 ολόκληρες σελίδες για τα έθιμα της Γέννησης, του Γάμου και του Θανάτου στο Βυζάντιο!

    ΙΙ. Μετά τις γενικές αυτές εισαγωγικές παρατηρήσεις για τη σημασία και την αξία της «Λαογραφικής Τριλογίας» του Γιάννη Νικολακόπουλου, θα ήθελα να αναφερθώ με λίγα λόγια στα περιεχόμενα του βιβλίου. Αξίζει να υπογραμμιστεί, ότι σε μια συγκινητική εκδήλωση πνευματικής απόδοσης των γονικών «τροφείων», ο Γιάννης αφιερώνει το βιβλίο του στους αείμνηστους γονείς του Ηλία και Αικατερίνη, ενώ επίσης ευχαριστεί τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά του για τη συμπαράστασή τους στο έργο του.

    Εκτός από τις μεστές και περιεκτικές εισαγωγές του, τους ποικίλους σχολιασμούς του και τις ενδιαφέρουσες «παρεκβάσεις» του, ο συγγραφέας ασχολείται εξαντλητικά με τα ήθη και έθιμα της Γέννησης, του Γάμου και του Θανάτου στο χωριό του Αετορράχη κατά τα χρόνια 1940-1960, όπως ήδη αναφέραμε. Δύο βασικά λαογραφικά υλικά αποτελούν το «στημόνι» και το «υφάδι» όλης της εργασίας του: αφενός τα έθιμα και αφετέρου τα δημοτικά τραγούδια, τα σχετικά με κάθε ξεχωριστή φάση του ανθρώπινου βίου. Ως γνωστόν, τα δημοτικά τραγούδια στα μεν βρέφη εκδηλώνονται ως νανουρίσματα, ταχταρίσματα και παιγνιδοτράγουδα, ενώ στους πεθαμένους ως θρηνητικά και ελεγειακά άσματα, δηλ. ως μοιρολόγια (ή μυρολόγια). Δεν χρειάζεται να ειπωθεί ότι ο μεγάλος όγκος των δημοτικών τραγουδιών συνδέεται με το κατ’ εξοχήν χαρμόσυνο γεγονός του Γάμου και με τις διάφορες διαδοχικές φάσεις του. Πάνω από 350 δημοτικά τραγούδια έχουν συμπεριληφθεί στο βιβλίο αυτό, άλλα πασίγνωστα και άλλα λιγότερο γνωστά, άλλα ενσωματωμένα μέσα στα διάφορα δρώμενα του γάμου και άλλα στο τέλος του σχετικού κεφαλαίου ξεχωριστά. Εξάλλου 168 είναι τα μοιρολόγια που καταγράφονται και διασώζονται στο βιβλίο αυτό. Είναι χαρακτηριστικό της ευγένειας του συγγραφέα ότι σε όλα παραθέτει το όνομα και την ηλικία, ακόμα και τη φωτογραφία, αυτού ή αυτής που το τραγούδησε για χάρη του ή του το έδωσε γραμμένο σε κάποιο χαρτί.

    Αναφορικά με τα έθιμα του χωριού του, τα σχετικά με τη Γέννηση, τον Γάμο και τον Θάνατο στην Αετορράχη Γορτυνίας, ο συγγραφέας με την αγάπη του και την οξεία παρατηρητικότητά του, δεν άφησε καμμία πρόληψη και κανένα έθιμο που να μην το καταγράψει και να μην το σχολιάσει καταλλήλως. Εννοείται ότι στο κεφάλαιο της Γέννησης κατέγραψε και τα σχετικά με την εγκυμοσύνη της γυναίκας, όπως, σε παράρτημα στο τέλος του βιβλίου, τα σχετικά με τη βάπτιση του μωρού. Κατά τον ίδιο τρόπο, στο κεφάλαιο του Γάμου έχει καταγράψει και τα σχετικά με τη μνηστεία, αλλά και πριν από αυτή, τα σχετικά με τα συνηθισμένα τότε στα χωριά προξενιά, προικοσύμφωνα, και λοιπά. Το ίδιο φυσικά γίνεται και στο κεφάλαιο του Θανάτου, που συνεχίζεται με τα διάφορα μνημόσυνα που γίνονται αργότερα προς τιμήν του νεκρού. Λεπτομερέστερη είναι η εξιστόρηση των εθίμων του γάμου για όλες τις ημέρες που αυτός διαρκούσε, δηλ. από την Τετάρτη, οπότε «αναπιάνονταν τα προζύμια», μέχρι την επόμενη Τρίτη με τα «μπουχίσματα» του ζευγαριού, και μέχρι την επόμενη του γάμου Κυριακή, όταν το νιόπαντρο ζευγάρι έκανε τα «πιστρόφια» στο σπίτι της νύφης. Όλες τις γοητευτικές λεπτομέρειες των παλαιών δρωμένων θα απολαύσετε στο βιβλίο αυτό του Γιάννη Νικολακόπουλου, γιατί εκεί τα έχει γράψει με τόση γλαφυρότητα και ζωντάνια, που είναι σαν να κάνει δημοσιογραφικό ρεπορτάζ!

    ΙΙΙ. Κλείνοντας την ομιλία μου, δεν χρειάζεται να τονίσω πόσον πολύτιμο πλούτο λαογραφικής ύλης περιείχαν αυτά τα τρία στάδια στη ζωή των ανθρώπων του χωριού τις παλαιότερες εποχές, όπως αυτός αποτυπώνεται και απαθανατίζεται στην παρουσιαζόμενη εδώ «Λαογραφική Τριλογία» του Γιάννη Νικολακόπουλου. Έναν πλούτο, που σήμερα πάει δυστυχώς να χαθεί! Ο χαμός του όμως θα οδηγήσει σε φτώχεια και μαρασμό και την εθνική μας ψυχή, που δημιούργησε αυτόν τον πλούτο δια μέσου των αιώνων. Αν λόγω των κοινωνικών αλλαγών και της προόδου, πραγματικής ή υποτιθέμενης, δεν μπορούμε να ζούμε σήμερα με τα παλαιά βιώματα του χωριού, τουλάχιστον ας μην τα ξεχάσουμε! Γιατί όπως αναφέρει κάπου ο Γιάννης:

    Ποτέ δε πρέπει τα κλαδιά
    τις ρίζες να ξεχνούνε,
    γιατί αυτές αν ξεραθούν,
    κι εκείνα θα χαθούνε…

     

    Φίλε Γιάννη, θερμά συγχαρητήρια για το βιβλίο σου! Σου αξίζει ο δημόσιος έπαινος! Αυτό να είναι καλοτάξιδο, κι εσύ να είσαι γερός και ακμαίος μέχρι βαθέως γήρατος σαν τα ψηλά βουνά της Γορτυνίας, για να χαρούμε και άλλα μελλοντικά έργα σου!

     

    ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΙΚΟΠΟΥΛΟΣ

    (Πολιτιστικό Κέντρο Ιλίου «Μελίνα Μερκούρη», Κυριακή 18-2-2024)

     

    ======

     

     

     

     

     

     

    Arcadians.gr