Στη Μνήμη του Τούπα ...

Πάνε κοντά δυό χρόνια, από τον Ιούλιο του 2012, μια μέρα με καύσωνα που αποφάσισε να φύγει από κοντά μας ο Τούπας[i]. Νέος, 57 χρόνων, επέλεξε το ταξίδι στο επέκεινα.

Του άρεσαν του Τούπα τα ταξίδια, είχε γυρίσει τον κόσμο. Αλλά μαζί, με τους παιδικούς φίλους, γνωρίσαμε την Ελλάδα από την μία άκρη μέχρι την άλλη. Από τον Γράμμο στην Κρήτη, από την Θράκη στο Ιόνιο. Όπου υπήρχε περιπέτεια βρισκόμασταν πάντα εκεί.

Κοιμηθήκαμε παντού, σε καλύβες, σε σκηνές, σε ξενοδοχεία, στις πλατείες χωριών, παντού όπου μας έπαιρνε η κούραση από την γυροβολιά στην Ελλάδα. Έτσι μάθαμε την χώρα μας, τραβηχτήκαμε έξω από τουριστικούς προορισμούς, φτάσαμε σε απρόσιτα χωριά, κολυμπήσαμε χειμώνα καιρό σε λίμνες και ποτάμια, κυνηγούσαμε τις ελβετίδες της Πάργας και τις γερμανίδες της Κεφαλλονιάς, γευθήκαμε χαρές, ξενυχτήσαμε περιμένοντας το χάραμα.

Περπατήσαμε σε μονοπάτια δύσβατα, δύσκολα, άγρια. Στον Βίκο προσπαθήσαμε να ταΐσουμε Αρκούδες! Αλλά δεν τα καταφέραμε. Προχωρήσαμε, φτάσαμε στην Κρήτη και στην Αγιά Φωτιά, και παντού, στα ορεινά και στα πεδινά.

Πάντα καταλήγαμε στην Αρκαδία, στο χωριό μας στο Ψάρι. Με οποιοδήποτε τρόπο. Κοιμηθήκαμε στην καρδιά του Μαινάλου μαζί με τις νεράιδες, ξεκινήσαμε διακοπές στην Κεφαλλονιά αλλά μέχρι να πάμε, μας τελείωσαν τα λεφτά και γυρίσαμε πίσω!

Δεν του άρεσαν τα μνημόσυνα του Τούπα, γελούσε μαζί τους. Δεν τον αφορούσε ο θάνατος. “όταν έρχεται ο θάνατος εγώ θα είμαι αλλού, δεν θα ανταμώσω ποτέ μαζί του”, έλεγε ο Επίκουρος πριν χιλιάδες χρόνια. Αυτό ακριβώς ακολούθησε κι ο Τούπας. Αδιάφορος μαζί του. Και καλά έκανε, γιατί έφυγε ήσυχος, δίχως τον φόβο για το “μετά” και όλα αυτά τα γελοία που τρομάζουν τον κόσμο.

Στη μνήμη του Τούπα είναι αφιερωμένο το κείμενο που ακολουθεί.

Διάβασέ το Γιώργη, θα αντικρίσεις μέρη γνώριμα. Εδώ

Του άρεσαν και τα τραγούδια, άκου κι αυτό Γιώργη. Δικό σου, της Κρήτης.

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος


 

[i]Ο Γιώργης Τουπαδάκης, πρώτος ξάδελφός μου.