Ο Τρύγος στην Αρκαδία - Κοκκοράς

Στην Αρκαδία. Κοντά στην περιοχή του σημερινού οικισμού Κοκκορά, πλάι στον ποταμό Αλφειό, υπήρχαν κατά τον Παυσανία δρόμοι με μυρτιές και δέντρα ήμερα, λουτρά και ναοί. Ο ένας ναός ήταν αφιερωμένος στον Διόνυσο που τον αποκαλούσαν πολίτη και ο έτερος ναός ήταν αφιερωμένος στον Διόνυσο αυξίτη.

Ο Διόνυσος αυξίτης ήταν θεός της βλάστησης και γι’ αυτόν πρέπει να γίνονταν αρχικά οι μυστικές ιεροπραξίες – των οποίων σχεδόν πάντοτε σκοπός ήταν η ευόδωση της συγκομιδής, ή η ευφορία - όταν η Ηραία έγινε πόλη και η λατρεία του αγροτικού θεού συνδυάστηκε με την λατρεία του προστάτη των πολιτικών θεσμών. Η ιδιαίτερη θέση του Διόνυσου στην θρησκευτική ζωή της Ηραίας είναι σύμφωνη με την φήμη που είχε η πόλη (από την ένωση εννιά Δήμων, αγροτικών Κοινοτήτων της περιοχής), πως έβγαζε κρασί με θαυμαστές ιδιότητες. Οι άντρες που το έπιναν έπεφταν σε έκσταση και οι γυναίκες έκαναν παιδιά (τους μεν άνδρας πινόμενος εξίστησι, τας δε γυναίκας τεκνούσας ποιεί). Ο Παυσανίας[i] επιβεβαιώνεται πως υπήρχαν μυστήρια επί των ημερών του, αφού σε επιγραφή του 2ου ή 3ου μ.χ αι. που βρέθηκε στο χωριό Άγιος Ιωάννης, διαβάζουμε: «μύστης χαίρε».

Οι αρχαίοι αγρότες δεν μας άφησαν χαραγμένο κάπου το έργο τους, οι αγωγιάτες άλλων εποχών πολλά θα μπορούσαν να μας ιστορούσαν από τις περιπέτειες του βίου τους, μεταφέροντας κρασιά από τις περιοχές αυτές, αν κι αυτοί άφηναν την εμπειρία της ζωής του σε ένα χαρτί, σε μια πέτρα έστω. Εκείνη όμως η παλιά γεύση, δεν χάθηκε, συνεχίστηκε από γενιά σε γενιά,  από τον ένα αιώνα στον επόμενο, από την μια χιλιετηρίδα στην άλλη, φυλάχθηκε από τους παλιούς μύστες σαν κόρη οφθαλμού και αναδύεται εκείνο το αρχαίο άρωμα που λάτρεψε και ο Παυσανίας και τόσοι ακόμα ταξιδιώτες ανά τους αιώνες.

Ένας από αυτούς τους Αρκάδες που συνεχίζουν στην «αμπελόφυλλο χώρα» την παλιά τέχνη, είναι και ο Ηραιάτης Γιάννης Σεφερλής. Αναγέννησε το παλιό οικογενειακό αμπέλι, ζωντάνεψε τον πολυκαιρισμένο ληνό, έκανε κτήμα ζηλευτό, κι έγινε ο αμπελουργός του. Αρωγοί στην προσπάθεια του, οι φίλοι του, οι συμπατριώτες του, οι συγγενείς του, που στέκονται δίπλα του, του προσφέρουν έργο σημαντικό. Η φροντίδα στο αμπέλι απαιτεί χρόνο, κόπο, μεράκι. Το επιστέγασμα των κόπων της χρονιάς είναι τρύγος,  εργασία ιερή, όπως εκείνα τα παλιά χρόνια που ευλογούσε την οικογένεια η θεία φύση με τους καρπούς της που απλόχερα μοίραζε. Κυρίως, είναι γιορτή. Και δεν θα μπορούσε να γινόταν αλλιώς εφόσον σαν σκιά περιφέρεται από αμπέλι σε αμπέλι ο Διόνυσος ο θεός, ο μύστης και ο μέθυσος, εκείνος που λαχτάρησε τη ζωή και τη γλέντησε όσο κανείς άλλος.

Εκείνη η θαυμαστή οικόσιτη αγροτική οικονομία χάθηκε, ή μάλλον πήγε να χαθεί,  στο όνομα της εξέλιξης, της νέας ανθρώπινης πορείας προς το πλαστικό και το εύκολο, χάριν της μεγάλης παραγωγής και της μηδενικής ποιότητας. Όμως, να, που βγαίνουν άνθρωποι στην επιφάνεια του τέλματος, και δίνουν το σύνθημα για το καινούριο ξεκίνημα, προς το υγιές και το ευλογημένο. Σαν τον Γιάννη Σεφερλή, είναι πολλοί σήμερα συμπολίτες μας που δίνουν την ενέργεια τους σε ουσιώδη πράγματα, απομακρυσμένοι από τις πόλεις και ανακαλύπτοντας εκ νέου την ομορφιά της εγκαταλελειμμένης γης.  

Βρεθήκαμε τυχαία στο αμπέλι του Γιάννη Σεφερλή, και τυχεροί όπως είμαστε, πέσαμε επάνω στον τρύγο, την ώρα που ο ληνός άπλωνε τον ζηλευτό μούστο και τον μετέφερε στα κιούπια.

 

Φωτογραφικά στιγμιότυπα από τον τρύγο.

Βίντεο στον ληνό με τον αμπελουργό.

 

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος


[i] Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Αρκαδικά. Νικόλαου Παπαχατζή.