"Παραδοσιακές" απόψεις ...

Το χωριό αλώθηκε από την «Παράδοση» …

Ο κάθε άνθρωπος, σύμφωνα με τις εμπειρίες του, την καταγωγή του, τα συναισθήματά του, αναφέρεται στο χωριό του με ξεχωριστό τρόπο. Άλλος το θεωρεί σαν το καλύτερο χωριό του κόσμου, δίχως να γνωρίζει τον κόσμο, ένας δεύτερος δεν θέλει να το αντικρίσει διότι έχει τραύματα που του δημιούργησε η οικογένειά του, ένας τρίτος δεν έχει κανένα δέσιμο με αυτό επειδή οι συνθήκες το επέβαλαν ψυχολογικά σε αυτόν. Υπάρχουν αμέτρητοι λόγοι που αγαπάμε, νοσταλγούμε, μισούμε, το χωριό μας.

            Αλλά τι αλήθεια είναι το χωριό μας; Μπορούμε να πούμε ότι είναι πάλι για τον καθένα μας κάτι ιδιαίτερο; Κάτι μοναδικό ίσως;

            Για έναν επισκέπτη είναι ένας όμορφος ορεινός όγκος πνιγμένος στο πράσινο, λουσμένος από το φως του ήλιου - και δροσερός από το μικροκλίμα που δημιουργείται από τα φαράγγια και τα ρέματα. Για ένα ξένο πιθανό η εικόνα να είναι ενιαία, για εμάς όμως δεν είναι, την εικόνα την επιμερίζουμε, την κομματιάζουμε και της αφαιρούμε την πραγματική της υπόσταση, την διαιρούμε και χάνεται η συνολική ομορφιά της.

            Ασφαλώς η ομορφιά είναι μια λέξη που πάλι επιδέχεται άπειρες ερμηνείες από μέρους μας. Άρα είναι υποκειμενική. Εκείνο που πραγματικά έχουμε, είναι ένα χωριό, ούτε άσχημο, ούτε όμορφο – γιατί και πάλι, το άσχημο και το όμορφο, σαν λέξεις ή έννοιες δεν λένε απολύτως τίποτα. Απλώς διαιρούν.

            Ο κάθε ένας από εμάς, όταν αναφερόμαστε στο χωριό μας, το κάνουμε μέσα από την δική μας ξεχωριστή διαμόρφωση, από τα έργα και τα λόγια που έχουν συσσωρευθεί σε μια άκρη του μυαλού μας. Η μνήμη αυτή, η γνώση αν θέλετε που έχει συγκεντρωθεί με το πέρασμα του χρόνου, μας δίνει τη σχέση μας με το χωριό – για μένα το χωριό είναι η παιδική ηλικία, η ανεμελιά, το παιχνίδι, τ’ άλογα, τα ρέματα, οι βρύσες, τα παραμύθια, οι δοξασίες, η ελευθερία – για εσάς είναι κάτι ανάλογο ή κάτι εντελώς διαφορετικό – κοινός όμως παράγοντας σε όλους μας είναι η διαμόρφωση που αποκτήσαμε μέσα από όλες αυτές τις εμπειρίες.

            Το ότι εμείς δεν είμαστε ο εαυτός μας αλλά όλες αυτές οι διαμορφώσεις που συσσωρεύθηκαν στο μυαλό, είναι πολύ απλό να το κατανοήσει κανείς. Αν σας ρωτήσω «ποιοι είστε;» - όχι, το όνομά σας – αλλά πραγματικά ποιοι είστε, δεν ξέρετε ν’ απαντήσετε. Κι όμως, είστε, και είμαι, είμαστε, ότι μας έμαθαν από τη στιγμή που γεννηθήκαμε ως σήμερα. Είμαστε ότι οι άλλοι θέλησαν, αλλά ο εαυτός μας δεν είμαστε.

            Για να γίνουμε «εμείς», για να αντιληφθούμε ποιοι πραγματικά είμαστε, πρέπει να πετάξουμε από πάνω μας όλες αυτές τις διαμορφώσεις – τις νουθετήσεις του γονιού, του σχολείου, της παρέας, της κοινωνίας, της πολιτικής, της πατρίδας, της θρησκείας, της παράδοσης.

            Στο χωριό, έχοντας έναν ήσυχο νου, μια ενιαία εικόνα, βλέπουμε, αν το θελήσουμε, τον δυνάστη που λέγεται παράδοση, και που προς χάρη της υποχωρούμε μην την ταράξουμε. Η σκέψη βρίσκεται συνεχώς στο παρελθόν, σε αυτό που πέρασε – και αυτό, το περασμένο, το ανακυκλώνουμε συνεχώς, και αυτή όλη η διαδικασία μας γεμίζει θλίψη, χαρά, νοσταλγία. Διαρκώς το μυαλό είναι απασχολημένο σε αυτό που πέρασε και ποτέ στο παρόν, στο τώρα.

            Μα στο χωριό έχουμε παραδόσεις που τις τηρούμε με ευλάβεια, εξάλλου γι’ αυτές ερχόμαστε σ’ αυτό λίγες ημέρες τον χρόνο, θα αναρωτηθεί κανείς. Αλήθεια; Και ποιες είναι αυτές οι παραδόσεις μας; Μήπως οι ψητές γουρνοπούλες και η βραστή γίδα; Ή παλιότερα το γκιούλμπασι, ένα βαλκανικό φαγητό γεμάτο λίπη; Ή μήπως το «καλό» κρασί, ή ακόμα χειρότερα η άθλια μουσική που ακούμε και την βαπτίζουμε παραδοσιακή με τα ντεσιμπέλ να τρυπάνε τα τύμπανα του αυτιού;

            Σαφέστατα αυτά δεν είναι παράδοση αλλά εμπορική δραστηριότητα. Να είμαστε ειλικρινείς. Αν πραγματικά θέλουμε την παράδοση θα πρέπει να την καταργήσουμε – αν θέλουμε πανηγύρια θα πρέπει επίσης να τα καταργήσουμε. Μα αν αυτά τα καταργήσουμε, τι θα μείνει; Πως θα διασκεδάζουμε; Που θα συναθροιζόμαστε;

            Ο Αγιάννης ο Πρόδρομος, που για τ’ όνομά του συγκεντρωνόμαστε τις ημέρες του Αυγούστου στο χωριό, είναι εκφραστής της απόλυτης ταπεινότητας. Εμείς είμαστε ταπεινοί; Ο Αγιάννης ο Πρόδρομος διήγε βίο λιτό, εμείς που «αγαπάμε» την παράδοση, γιατί δεν είμαστε λιτοί; Ο Αγιάννης ο Πρόδρομος ήταν χριστιανός πριν από τον Χριστό, εμείς είμαστε χριστιανοί ή υποκριτές; Γιατί χριστιανός είναι αυτός που ζει σύμφωνα με τους κανόνες του Χριστού, όχι αυτός που σκύβει και φιλά ένα είδωλο, και φεύγοντας διαβάλει τον γείτονά του, τον συγγενή του, τον πατριώτη του.

            Την παράδοση του Αγιάννη την έχουμε παραβιάσει για εμπορικούς λόγους. Οπότε δεν υπάρχει παράδοση αλλά κάτι άλλο που το ονομάζουμε έτσι. Μα η παράδοση δεν εξελίσσεται; Ίσως αναρωτηθεί κανείς. Όχι, ότι είναι νεκρό δεν εξελίσσεται, δεν αναβιώνεται, μονάχα για αναπαράσταση μπορούμε να μιλάμε.

            Αν όμως μιλήσουμε για αναπαράσταση της παράδοσης, τότε θα πρέπει πάλι να καταργήσουμε ένα σωρό πάλι πράγματα που τα θεσπίσαμε σαν παράδοση. Θα πρέπει να επαναφέρουμε το πανηγύρι μόνο στην ημέρα της γιορτής, που είναι ημέρα νηστείας. Δηλαδή, μετά την εκκλησία να ξεκινά το γλέντι, μόνο με κρασί (όπως γινόταν), με χορό, με τραγούδια δίχως μικροφωνικές εγκαταστάσεις. Και αργά το μεσημέρι να τελειώνει η απλή γιορτή του Αγιάννη.

            Αυτό αν γίνει όμως, δεν θ’ αρέσει σε κανέναν από εσάς, διότι απλούστατα, δεν θέλετε την παράδοση αλλά μια στρεβλωμένη μορφή της. Εξάλλου η εποχή μας είναι στρεβλωμένη, οπότε μέσα της χωράει κάθε είδους νεωτερισμός.

            Δεν χρειάζεται να συμφωνήσει κανείς στις παραπάνω σκέψεις μου. Εννοείται όμως ότι μπορεί να διαφωνήσει. Ο καθένας μας εκφράζεται ελεύθερα, ή τουλάχιστον θα πρέπει να εκφράζεται, χωρίς φόβο και πάθος.   

 

 

 

 

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος