Ένα μικρό απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο ...

Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο

 

«Ο Φύλακας της αρχαίας Ηραίας & οι απόκρυφες πόλεις της»

 

 

Ἡ Ἥρα, γνωστό εἶναι ὅτι ἦταν θεά παλαιᾶς κοπῆς. Μπορεῖ ὁ πατέρας της ὁ Κρόνος νά τήν κατάπιε ἀπό τόν φόβο του ἀλλά ἡ µάνα της ἡ Ρέα τήν ἐπανέφερε ζωντανή ἀπό τό στοµάχι τοῦ Τιτάνα συζύγου της καί τήν µεγάλωσε σάν πριγκίπισσα. Σάν µεγάλωσε ὅµως, ἡ ὀµορφάδα της τύφλωσε τόν ἀδελφό της τόν Δία πού ἀδίσταχτος σάν ἦταν καί ἀσεβής –θεός γάρ– τήν στρίµωξε στό δάσος παίρνοντας ἀρχικά τήν µορφή τοῦ κούκου καί ὅταν φανερώθηκε µπροστά της, δέν ἄντεξε ἡ παρθένα θεά καί λιποθύµησε στήν ἀγκαλιά του ἀφοῦ πρῶτα πρόλαβε νά πάρει τήν ὑπόσχεση γάµου ἀπό τόν βαρυβρόντη θεό. Τίµια σάν σύζυγος τοῦ Δία ἀλλά καί κερατωµένη ὅσο καµία ἄλλη γυναίκα ἤ θεά στήν ἱστορία τοῦ κόσµου, πολλές φορές πνίγηκε στό ἀλκοόλ βαλαντωµένη ἀπό τό κλάµα, καί ἄλλες φορές, προκαλοῦσε δυστυχία σέ ἄλλες γυναῖκες πού ὁ ἄντρας της καταχτοῦσε. Ἦταν τῶν ἄκρων ἡ θεά. 

 

Μέ τόν Δία ἀπέκτησε τρία παιδιά, τόν Ἄρη, τήν Ἥβη καί τήν Εἰλειθυία. Ὁ Ὅµηρος ἔλεγε ὅτι εἶχε καί τέταρτο παιδί µέ τόν Δία, τόν Ἥφαιστο. Ἀλλά ποῦ τό ἤξερε ὁ Ὅµηρος; Τό εἶχε δεῖ; Ἀφοῦ ἦταν τυφλός ἐκ γενετῆς. Μᾶλλον θά τό ἄκουσε. Ὁ Ἡσίοδος ὅµως σάν καλύτερος µυθοπλάστης πού ἦταν, προχώρησε µακρύτερα ἰσχυριζόµενος ὅτι τόν Ἥφαιστο τόν γέννησε µόνη της ἡ θεά. Μά γίνονται αὐτά τά πράγµατα; Ἔγινε δηλαδή παρθενογένεση; Μέ τούς θεούς καί τίς παραξενιές τους ποτέ δέν ξέρεις τί γίνεται καί τί ὄχι, γι’ αὐτούς ὅλα εἶναι δυνατά. Ἤ µήπως ἐννοοῦσε ὁ Ἡσίοδος ὅτι τό παιδί τό ἔσπειρε τό πνεῦµα; Σάν µάνα ἡ Ἥρα τήν γονιµότητα τήν προστάτεψε, τῆς ἄρεσε ἰδιαίτερα ἡ ἐποχή τῆς Ἄνοιξης πού ἡ φύση ἐρωτοτροποῦσε. Καί σάν φυσική κατάληξη τῶν πραγµάτων, ἔγινε καί αὐτή ναός σέ µερικά ὄµορφα µέρη τοῦ κόσµου. Ἕνας τέτοιος ναός τῆς ἀπατηµένης θεᾶς κτίστηκε σέ ἕνα γλυκό ὕψωµα τῆς περιοχῆς πού πῆρε στήν συνέχεια καί τό ὄνοµά της. Στήν δυτική πλευρά τοῦ ναοῦ καί πολύ κοντά σέ αὐτόν, ἰαµατικά νερά κυλοῦσαν ἤρεµα πού µύριζαν θειάφι. Σέ αὐτά ἡ θεά ἔκανε τά µπάνια της καί καθάριζε τό σῶµα της ἀπό τίς βρωµιές τοῦ Δία. Τότε, σέ ἐκεῖνα τά χρόνια, οἱ περισσότεροι θεοί δέν ἤξεραν κολύµπι, δέν τούς ἐπέτρεπε ὁ Ποσειδώνας τήν ἐπαφή µέ τίς θάλασσες καί περιορίζονταν νά κάνουν τίς πλύσεις τους σέ πηγές καί ποτάµια. Ἀλλά δέν εἶχε πολλά παράπονα ἡ θεά ἀπό τήν ζωή της. Γιά τά πρός τό ζῆν, εἶχε τίς δωρεές τῶν πιστῶν, καί αὐτές δέν περιορίζονταν µόνο σέ κεριά καί σφάγια, σέ τελετές καί σέ γιορτές γιά χάρη της. Περισσότερο τρεφόταν ἀπό τόν φόβο τους. Οἱ πιστοί, δίνουν ζωή καί ἐνέργεια σέ αὐτούς πού φοβοῦνται, ἤ θαυµάζουν, ἤ τάχα µου πιστεύουν. Ὑποκριτές κατά κανόνα, δίνουν περιµένοντας νά πάρουν. Τό δοῦναι καί λαβεῖν θεῶν καί ἀνθρώπων ξεκίνησε ἀπό τήν παλιά ἐποχή, ἀπό τότε δηλαδή πού ἄρχισαν νά κτίζονται σέ ὄµορφα µέρη ναοί. Ἀλλά ἀπό τότε, ἐξακολουθοῦν µέχρι καί σήµερα καί χρησιµοποιοῦνται σάν τόποι διασκεδάσεως. Τότε στίς γιορτές ἔρρεε τό νέκταρ καί στήν ἐποχή σου ρέουν τά ἀφρώδη. Τότε τεµάχιζαν τά σφάγια καί ἐσύ βλέπεις νά τεµαχίζουν γουρνοποῦλες ψητές καί τίς σερβίρουν στήν λαδόκολλα λόγω παράδοσης. Ἄν τό καλοσκεφτεῖς, πόσα πράγµατα καινούργια µποροῦν νά γεννηθοῦν ἀπό τό κέρατο ἑνός θεοῦ!

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος