«Από τον Όμηρο στην τεχνητή νοημοσύνη» - το καινούργιο βιβλίο του Δημήτρη Μαυραειδόπουλου

Από τον Όμηρο στην τεχνητή νοημοσύνη

Ο δικός μου αιών
Από το Ζην στο ευ Ζην

 

Ο Δημήτρης Μαυραειδόπουλος, πραγματεύεται, όπως γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου του «Από τον Όμηρο στην τεχνητή νοημοσύνη – ο δικός μου αιών από το Ζην στο ευ Ζην», τον δικό του αιώνα επτά δεκαετιών, χωρίζοντας τον σε τρία μέρη.

Στο πρώτο μέρος αφιερώνει μεγάλο κεφάλαιο στο τόπο καταγωγής του, στο Ψάρι, γράφοντας μάλιστα πως, η ζωή σε αυτό από τα παιδικά του χρόνια, δεν άλλαξε και πολύ από την ομηρική περίοδο, εκτός φυσικά από κάποιες μικρές εξαιρέσεις. Συνεχίζει με τα μεγάλα γεγονότα του αιώνα μέσα από αφηγήσεις των μεγαλυτέρων, όπως με τους βαλκανικούς πολέμους,  τη Μικρά Ασία, τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, τη κατοχή και τον εμφύλιο, συνεχίζει το ταξίδι του από το Ψάρι στην Αθήνα και την μόνιμη εγκατάστασή του σ’ αυτήν, αναφέρεται εκτενώς στα πολιτικά γεγονότα που συντάραξαν την Ελλάδα (1950-2020), περπατά στην ιστορική Αθήνα και ξεδιπλώνει την ιστορία της και ολοκληρώνει τη διαδρομή του με το δρόμο του βιοπορισμού του και το εμπόριο οδοντιατρικών ειδών που τον απορρόφησε πάνω από 50 χρόνια.

Το δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στο προσωπικό του εύ ζην και δεν διστάζει να μοιραστεί με τον αναγνώστη προσωπικές του εμπειρίες. Όπως γράφει χαρακτηριστικά: «ανθρώπινο το εξομολογείσθαι».

Στο τρίτο μέρος, καταθέτει άρθρα του που έχουν δημοσιευθεί στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο (κυρίως της Αθήνας) και τέλος, κλείνει το συγγραφικό του έργο με μία αναδρομή στον επαγγελματικό του χώρο, και συγκεκριμένα στα τελευταία 100 χρόνια των οδοντιατρικών ειδών.

Το βιβλίο του Δημήτρη Μαυραειδόπουλου, αποτελείται από 348 σελίδες, διαστάσεων 24 επί 17, εξώφυλλο με αυτιά και χαρτί άριστης ποιότητας.

Η πρώτη εντύπωση που αποκόμισα διαβάζοντας το βιβλίο, ήταν πολύ ευχάριστη για έναν απλό λόγο, διαβάζεται πολύ εύκολα, όμως πίσω από την κάθε λέξη, κρύβεται πολύς κόπος από τον συγγραφέα. Είναι προφανές ότι, η τέχνη του, να συναρμολογήσει με τάξη και απλότητα τον δικό του βίο κοιτάζοντας παράλληλα και την ιστορία, είναι αξεπέραστη.

Αρχίζει το ταξίδι του ο συγγραφέας με την Αρκαδία, τους μύθους και την ιστορία της. Γνωστό είναι άλλωστε πως η Αρκαδία έλκει, όχι μόνο ξένους, έλκει κατά τρόπο μυστήριο και τους δικούς της ανθρώπους, κάθε φορά και περισσότερο. Σαν μια ωραία γυναίκα που συνεχώς ανακαλύπτεις αφανέρωτες ομορφιές πάνω της, μέσα της κι έξω της, σαν την παρατηρείς. Με λόγο περιεκτικό και ουσιώδη ανασκάπτει το λόγο του μύθου και της ιστορίας της και την φανερώνει στον αναγνώστη άφθαρτη κι αγνή.

Συνεχίζει με το Ψάρι, την μικρή γενέτειρα του (όπως σημειώνει). Με αφετηρία το χωριό του, αρχίζει κι αποθησαυρίζει μνήμες από τον βίο του σ’ αυτό, περιγράφει τον ευρύτερο χώρο της Ηραίας, στέκεται στα γειτονικά χωριά δίνοντας πληροφορίες και γι’ αυτά, αφιερώνει μεγάλο μέρος στη λαογραφία και την καταθέτει όπως την άκουσε και την έζησε. Στέκεται στα σόγια του χωριού, αναλύει την προέλευση του δικού του ονόματος, και αρχίζει να συνθέτει τη ζωή του χωριού με τη ζωή της ομηρικής περιόδου. Πράγματι, πριν φτάσει στο Ψάρι ο ηλεκτρισμός, δηλαδή τη δεκαετία 1960-1970, η αγροτική και ποιμενική ζωή των κατοίκων του ίδια ήταν -με μικροδιαφορές φυσικά- με την πισινή ζωή, αυτή που έκλεινε μέσα της όλη την ανθρώπινη πορεία από τον Όμηρο έως και τη χούντα των συνταγματαρχών. Στη Παράδοση και στη ζωή του χωριού αφιερώνει πολλές σελίδες, όπου μέσα από αυτές ξεπηδά ο βίος της Κοινότητας με όλες τις εκφάνσεις της. Μέσα από τη συγγραφή του ο Δημήτρης Μαυραειδόπουλος, μας δίνει τους χαρακτήρες τω Ψαραίων, εστιάζοντας πολύ στον παράγοντα άνθρωπο και στις δυσκολίες του.

Από το Ψάρι προς την Αθήνα, γίνεται αναλυτικός, όχι μόνο περιγράφει το κάθε χωριό που περνά με το λεωφορείο για την Τρίπολη και μετά προς την Αθήνα, μα, μένει στον κάθε τόπο και στην ιστορία του, στους ανθρώπους και στα έργα τους. Από το Ψάρι μέχρι και την Αθήνα, σαν μία κινητή εγκυκλοπαίδεια αναφέρει συμβάντα περασμένα, την ανάπτυξη και πρόοδο ενός λαού που έψαχνε να ορθοποδήσει ύστερα από αμέτρητους αιώνες κατοχής και δυστυχίας. Στην Αθήνα σαν φτάνει, γίνεται και τραγωδός, περιγράφοντας τις δυσκολίες που συνάντησε, τις δουλειές που έκανε σαν παιδί που ήταν κι έπρεπε να ζήσει. Η βιωματική του εξομολόγηση είναι σαν την καταιγίδα, δυνατή, καθαρή, ανόθευτη. Πέρα από τον αγώνα του βιοπορισμού του αλλά και των σπουδών του που κάνει με εμπόδια μεγάλα, αρχίζει να περπατά στα παλιά σοκάκια της λαμπρής πόλης, να τη μαθαίνει μέσα από τα μνημεία της και την πάμπλουτη πολιτιστική της κληρονομιά. Στις εξομολογήσεις του, παίρνουν μέρος τ’ αδέλφια του, οι συγγενείς του, οι πατριώτες του, η στρατιωτική του θητεία, η αναγέννηση της Ελλάδας, τα πολιτικά γεγονότα που συντάραξαν τον κόσμο της, ειδικότερα τα χρόνια του εμφυλίου σπαραγμού. Ανταμώνει στο διάβα του την οδοντιατρική τέχνη και αφιερώνει τη ζωή του σ’ αυτή.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου του, ο συγγραφέας δίνει χώρο στο εύ ζήν. Στα ενδιαφέροντά του σαν άνθρωπος κατασταλαγμένος πλέον, σαν πολίτης του Κόσμου, Το θέατρο, η μουσική, ο αθλητισμός, οι φιλοσοφικές του ανησυχίες, η πορεία του ανθρώπου στη γη, το μπρός-πίσω της ανθρώπινης σκέψης, ο σκοπός της ανθρώπινης πορείας, όλα αυτά με τις προεκτάσεις τους, είναι θέματα που τον απασχολούν και τους χαρίζει χρόνο. Μέσα σε όλα αυτά, καταθέτει προσωπικές εμπειρίες, ανεξήγητες, τις καταθέτει με την αγνότητα ενός παιδιού, και το γράφω αυτό, διότι πιστεύω ακράδαντα ότι, οι πολύ προσωπικές αυτές εξομολογήσεις, απαιτούν θάρρος, και το θάρρος συνήθως στις παιδικές ψυχές υπάρχει. Ο συγγραφέας το έχει αυτό το θάρρος και με τον αναγνώστη του θέλει μία καθαρή σχέση. Η καθαρότητα αυτή είναι διάχυτη σε όλες τις σελίδες του βιβλίου του, κάθε σελίδα που φανερώνεται σαν τη γυρίζεις να τη διαβάσεις, σε αποζημιώνει με το παραπάνω.

Στο τρίτο μέρος του βιβλίου του, ο συγγραφέας μας δίνει δημοσιευμένα άρθρα του στον Περιοδικό και Ημερήσιο τύπο. Πριν όμως από τις δημοσιεύσεις του (όχι όλες αλλά ένα ελάχιστο μέρος από αυτές), σε ένα συνοπτικό του πόνημα αναφέρεται στις τρείς μονοθεϊστικές θρησκείες που κυριαρχούν σήμερα στον κόσμο, στον Ιουδαϊσμό, στον Χριστιανισμό και στον Ισλαμισμό. Και τα τρία αυτά μονοθεϊστικά δόγματα, όσο και αν προσπάθησαν να αποκοπούν από τη ριζωμένη ειδωλολατρία του ήλιου, της σελήνης και του κρόνου, στο τέλος δεν τα κατάφεραν, υποστηρίζει ο συγγραφέας. Στην αναφορά του αυτή, συνδέει το πριν και το μετά, το πριν με τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του Πυθαγόρα, του Δημόκριτου, του Ηράκλειτου, του Πλάτωνα, του Ταοϊσμού. Και το μετά, με τους τρείς προφήτες που γέννησαν τις μονοθεϊστικές θρησκείες, που έχουν τη δύναμη να έλκουν τα πλήθη, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει. Δεν παραλείπει δε να σημειώσει ο συγγραφέας ότι και τα τρία αυτά δόγματα τρέφονται έν μέρει από τον έξ Ανατολής Ζαρατούστρα.

Στη συνέχεια, στα επιλεγμένα άρθρα που μας δίνει, έχει ενδιαφέρον να εστιάσουμε την προσοχή μας στην διαφωνία του με την Ελένη Γλυκατζή – Αρβελέρ «Οι Έλληνες ώς όνομα», ή στον «Richard Kalergi και στην ενωμένη Ευρώπη». Όλα όμως τα άρθρα του συγγραφέα έχουν ενδιαφέρον μιάς και προσεγγίζουν την ζωή στο σήμερα κάνοντας πολλές φορές τη σύνδεση με το παρελθόν. Προς το τέλος των άρθρων του και μιλώντας για τον κορωναϊό, γράφει επί λέξει: «ο κορωναϊός έρχεται να θυμίσει στον άνθρωπο ότι δεν έχει το μονοπώλιο του τρομοκράτη και του μακελάρη στον πλανήτη γη».

Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου, το περιεργάστηκα, το ξεφύλλισα, ένιωσα το βάρος του στα χέρια μου, το ξεφύλλισα πάλι και το έκλεισα τοποθετώντας το μπροστά στο γραφείο μου. Πόσο δύσκολη, σκέφτηκα, είναι η συγγραφή ενός βιβλίου, από το πιο απλό έως το πιο πολύπλοκο. Ακόμα δυσκολότερη η συγγραφή ενός βιβλίου που μέσα σ’ αυτό ενυπάρχει η βιωματική ανηφοριά σε σχέση με την ανηφοριά της ζωής. Μέσα στη ζωή υπάρχουν τα πάντα, όλα συμβαίνουν, και ο συγγραφέας, ο Δημήτρης Μαυραειδόπουλος, μέσα από 348 σελίδες, γραμμένες με κόπο κι αγάπη, καταθέτει την ίδια του τη ζωή, «ανθρώπινο το εξομολογείσθαι», και μας ταξιδεύει στο χώρο και το χρόνο.

 

Καλοτάξιδο ας είναι κι αυτό το βιβλίο του Δημήτρη Μαυραειδόπουλου.

 

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος