Μπάμιες κοκκινιστές και 200 χρόνια επανάστασης

Χθές, το απόγευμα του Σαββάτου, ετοίμαζα να φτιάξω μπάμιες κοκκινιστές, είχα βάλει στη φωτιά και τσιγάριζα λίγα κρεμμύδια και λίγο σκόρδο, αμέσως μετά έβαλα μια ντομάτα φρέσκια που είχα περάσει πρωτύτερα από τον τρίφτη κι ενώ ετοιμαζόμουν να ρίξω και τις μπάμιες στο μίγμα να τσιγαριστούν ελαφρώς, χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ένας καλός φίλος από το χωριό και τον άκουσα να με ρωτά: θα πάμε στο Παλούμπα που έχουν στον πύργο του Πλαπούτα εκδήλωση για τα διακόσια χρόνια της ελληνικής επανάστασης;

… Πηγαίνετε εσείς και θα έρθω αργότερα διότι τώρα μαγειρεύω.

… Εντάξει, θα σε περιμένουμε.

        Αφού τσιγάρισα όσο ήθελα τις μπάμιες, έριξα στην κατσαρόλα και πολύ λίγο νερό, χαμήλωσα τη φωτιά να σιγοβράσει το μίγμα. Έριξα λίγο αλάτι και λίγο πιπέρι, ανακάτεψα και σκέπασα την κατσαρόλα να σιγοβράσει το φαγητό μου. Όταν ετοιμάστηκε, έριξα μέσα και λίγη φέτα τριμμένη, ανακάτεψα καλά και έβαλα το έδεσμα στο πιάτο μου. Το απόλαυσα με την ησυχία μου, ήπια και νεράκι δροσερό και σαν τελείωσα με αυτά ετοιμάστηκα για το Παλούμπα.

        Φτάνοντας στο Παλούμπα, ελάχιστος κόσμος στην πλατεία, καθόταν σε καρέκλες και παρακολουθούσε από μία οθόνη τις ομιλίες όσων βρίσκονταν μέσα στον πύργο.  Επειδή δεν μου αρέσει το θέαμα αυτό, να παρακολουθώ από έξω όσα γίνονται μέσα, έφτασα στην είσοδο του πύργου όπου η ευγενέστατη κ. Νούλη Μητροπούλου με ρώτησε αν έχω πρόσκληση.

… Όχι, δεν έχω, δεν μπορώ να μπω δίχως πρόσκληση;

… Μισό λεπτό να ρωτήσω.

… Σε μισό λεπτό πράγματι μου λέει:

… Ναι, μπορείς να μπείς.

… Ωραία, να φωνάξω και την παρέα μου που με περιμένει να μπούμε μαζί.

… Ά όχι, μόνο εσύ, όχι άλλοι.

        Την ευχαρίστησα και έφυγα, βρήκα την παρέα μου που καθόταν στο μαγαζί του Μήτρου (απόγονου του Πλαπούτα). Την ώρα εκείνη ο ήλιος έγερνε αποκτώντας εκείνο το καταπληκτικό κόκκινο χρώμα, ήσυχος, μακριά από τα ανθρώπινα. Άθελα μας, κι εκεί που καθόμασταν ακούγαμε τους λόγους των ομιλητών, μία διαρκή φλυαρία, λόγια χιλιοειπωμένα, λόγος νεκρός, ξύλινος. Μόνη ίσως παραφωνία ο Ηλίας Μαμαλάκης που μάλλον γνώριζε καλύτερη ιστορία από τους υπόλοιπους «ειδικούς». Απ’ ότι καταλαβαίνω, πιο ευχάριστα ακούς ένα φημισμένο μάγειρα να μιλά για ιστορία παρά επαγγελματίες δασκάλους που δεν μπορούν να φύγουν από τα στερεότυπα.

        Το πρόγραμμα είχε ομιλία για την Μαντώ Μαυρογένους, τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, αλλά δεν είχε για τους Ηραιάτες αγωνιστές του 21. Ο Ντίνος Πλαπούτας, ο μόνος απόγονος που φέρει το όνομα της ιστορικής οικογένειας δεν ήταν στην εκδήλωση. Και τι να κάνει άλλωστε; Να ακούει λόγια ζαχαρωμένα; Ούτε ο Νίκος Παπαγεωργίου (από Σέρβου) ήταν εκεί, ο μοναδικός ίσως Έλληνας που μπορεί να μιλήσει για κάθε πτυχή της ζωής του Κολοκοτρώνη. Ανεκτίμητος θησαυρός είναι οι γνώσεις του Σερβαίου συμπατριώτη μας, αλλά γιατί να τον καλέσουν να μιλήσει; Θα μπορούσε να μιλούσε και ο Γιάννης Γαλάνης, ένας σπουδαίος δάσκαλος από τις Ράχες, διότι έχει εκδώσει ένα καταπληκτικό βιβλίο με όλους τους αγωνιστές της Γορτυνίας. Θησαυρός ανεκτίμητος και οι δικές του γνώσεις.

        Η Ηραία, είχε πάρα πολλούς αγωνιστές, αν αυτοί δεν υπήρχαν, ούτε ο Πλαπούτας θα υπήρχε, και αν δεν υπήρχε ο Πλαπούτας, ο Κολοκοτρώνης θα ήταν μισός. Την αλυσίδα αυτή, την έσπασε το πρόγραμμα της εκδήλωσης με την μη εκτενή αναφορά στους Ηραιάτες αγωνιστές, τη στιγμή μάλιστα που η εκδήλωση έγινε στη  καρδιά της Ηραίας.

        Εκτός του Ηλία Μαμαλάκη, αξιοσημείωτες παρουσίες είχαν, ο υπουργός κ. Βλάσης, ο πρώην υπουργός κ. Τατούλης και ο Δήμαρχος Γορτυνίας κ. Κούλης. Γιατί είχαν αυτοί οι τρείς αξιοσημείωτες παρουσίες; Διότι δεν μίλησαν καθόλου (εγώ τουλάχιστον δεν τους άκουσα) και σαν σοβαροί άνθρωποι που είναι δεν έμπλεξαν με άνοστα πράγματα.  

        Άξια λόγου που μπορούν να αναφερθούν ίσως, είναι τα σουβλάκια και οι μπύρες που πρόσφερε η οργάνωση της εκδήλωσης. Και όπως άκουσα, τα έψησε πολύ καλά ο Κώστας ο Αλβανός. Εγώ δεν τα γεύτηκα διότι το κρέας το έχω αποβάλλει από τη ζωή μου πάνω από μία δεκαετία.

        Περίμενα στο τέλος να μιλήσω στον Ηλία Μαμαλάκη, θέλοντας να μου δώσει μία συνταγή για το φαγητό που θα φτιάξω σήμερα το απόγευμα. Δυστυχώς δεν τον είδα, έτσι, αναγκαστικά, θα χρησιμοποιήσω τη συνταγή της μάνας μου βάζοντας στο φούρνο μπακαλιάρο πλακί.

 

 

 

 

 

Βασίλης Κ. Αναστασόπουλος

Υγ: Τα σουβλάκια και οι μπύρες δινόντουσαν στους έξω από τον πύργο παρισταμένους  μόνο αν έφεραν κουπόνι όπου πάνω σε αυτό υπήρχε σφραγίδα που έγραφε: «Ελληνικός Οργανισμός Πολιτικών Επιστημόνων Αθήνα 2008». Ωραία κόλπα αθάνατο 21!